ΥΓΕΙΑ

Τι πρέπει να γνωρίζετε για το καφέ λίπος που επιταχύνει τον μεταβολισμό

Σινάνη Αικατερίνη

Το καφέ λίπος, γνωστό και ως καφέ λιπώδης ιστός (BAT), είναι ένας τύπος λίπους στο σώμα μας που διαφέρει από το λευκό λίπος που συγκεντρώνεται στην κοιλιά και τους μηρούς.

Τι πρέπει να γνωρίζετε για το καφέ λίπος που επιταχύνει τον μεταβολισμό

Το καφέ λίπος βοηθάει στην καύση των θερμίδων από τις τροφές που τρώμε και την παραγωγή θερμότητας, η οποία μπορεί να είναι χρήσιμη, ειδικά όταν είμαστε εκτεθειμένοι σε χαμηλές θερμοκρασίες, όπως κατά τη διάρκεια της χειμερινής κολύμβησης ή της κρυοθεραπείας.

Για πολύ καιρό οι επιστήμονες πίστευαν ότι μόνο τα μικρά ζώα, όπως τα ποντίκια και τα νεογέννητα, έχουν καφέ λίπος. Νέες έρευνες δείχνουν όμως ότι κάποιοι ενήλικες διατηρούν το καφέ λίπος του καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Επειδή το καφέ λίπος είναι τόσο καλό στην καύση θερμίδων, οι επιστήμονες προσπαθούν να βρουν τρόπους να το ενεργοποιήσουν με ασφάλεια χρησιμοποιώντας φάρμακα που ενισχύουν τις ικανότητές του να παράγει θερμότητα.

Νέα μελέτη ερευνητών στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Δανίας, το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Βόννης και το Πανεπιστήμιο της Βόννης (Γερμανία) διαπίστωσε ότι το καφέ λίπος διαθέτει έναν άγνωστο μέχρι σήμερα ενσωματωμένο μηχανισμό που το απενεργοποιεί λίγο μετά την ενεργοποίησή του. Αυτό περιορίζει την αποτελεσματικότητά του ως θεραπεία της παχυσαρκίας.

Σύμφωνα με την πρώτη συγγραφέα της μελέτης, Hande Topel, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Δανίας, οι επιστήμονες ανακάλυψαν μια πρωτεΐνη που είναι υπεύθυνη για αυτή τη διαδικασία απενεργοποίησης και ονομάζεται AC3-AT.

«Πιστεύουμε ότι η εξεύρεση τρόπων αποκλεισμού της AC3-AT θα μπορούσε να αποτελέσει μια πολλά υποσχόμενη στρατηγική για την ασφαλή ενεργοποίηση του καφέ λίπους και την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και των σχετικών με αυτή προβλημάτων υγείας», λέει η Topel. Οι ερευνητές βρήκαν την πρωτεΐνη απενεργοποίησης χρησιμοποιώντας προηγμένη τεχνολογία πρόβλεψης άγνωστων πρωτεϊνών.

Η Topel εξηγεί: «Όταν ερευνήσαμε ποντίκια που γενετικά δεν είχαν AC3-AT, διαπιστώσαμε ότι προστατεύονταν από το να γίνουν παχύσαρκα, εν μέρει επειδή το σώμα τους ήταν πιο αποτελεσματικό στο να καίει θερμίδες και μπορούσε να αυξήσει τους μεταβολικούς ρυθμούς του μέσω της ενεργοποίησης του καφέ λίπους».

Δύο ομάδες ποντικών τρέφονταν με δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά για 15 εβδομάδες, η οποία τα καθιστούσε παχύσαρκα. Τα ποντίκια στα οποία αφαιρέθηκε η πρωτεΐνη AC3-AT, πήραν λιγότερο βάρος συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου και ήταν μεταβολικά πιο υγιή.

«Τα ποντίκια που δεν έχουν την πρωτεΐνη AC3-AT, συσσώρευσαν επίσης λιγότερο λίπος στο σώμα τους και αύξησαν την άλιπη μάζα τους σε σύγκριση με τα ποντίκια ελέγχου. Δεδομένου ότι η AC3-AT δεν βρίσκεται μόνο στα ποντίκια αλλά και στον άνθρωπο και σε άλλα είδη, υπάρχουν άμεσες θεραπευτικές επιπτώσεις στον άνθρωπο», αναφέρει η συν-συγγραφέας, Ronja Kardinal, διδακτορική φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βόννης.

Παρόλο που το καφέ λίπος μειώνεται καθώς οι άνθρωποι γερνούν και παρά το γεγονός ότι οι ενήλικες δεν έχουν τόσο καφέ λίπος όσο τα νεογέννητα, αυτό μπορεί να ενεργοποιηθεί, για παράδειγμα με την έκθεση στο κρύο. Όταν ενεργοποιείται, ενισχύει τον ρυθμό μεταβολισμού, γεγονός που μπορεί και πάλι να βοηθήσει στη σταθεροποίηση της απώλειας βάρους σε συνθήκες όπου η πρόσληψη θερμίδων είναι πολύ υψηλή.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η μελέτη αυτή όχι μόνο εντόπισε την AC3-AT, η οποία είναι μια μικρότερη, άγνωστη μέχρι σήμερα μορφή της AC3πρωτεΐνης, αλλά και άλλες άγνωστες εκδοχές πρωτεΐνης/γονιδίου, που ανταποκρίνονται στην έκθεση στο κρύο, παρόμοια με την AC3-AT.

«Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διευκρινιστεί ο θεραπευτικός αντίκτυπος αυτών των εναλλακτικών γονιδιακών προϊόντων και των ρυθμιστικών μηχανισμών τους κατά την ενεργοποίηση της BAT. Η κατανόηση αυτού του είδους των μοριακών μηχανισμών όχι μόνο ρίχνει φως στη ρύθμιση του καφέ λίπους, αλλά υπόσχεται την αποκάλυψη παρόμοιων μηχανισμών σε άλλα κυτταρικά μονοπάτια. Η γνώση αυτή μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην προώθηση της κατανόησης διαφόρων ασθενειών και στην ανάπτυξη νέων θεραπειών», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Metabolism.