ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΕΛΣΤΑΤ: Πιο συνεπείς οι γυναίκες στις προληπτικές εξετάσεις

Οι γυναίκες εμφανίζουν μεγαλύτερη συνέπεια στη διενέργεια βασικών εξετάσεων όπως η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης και του σακχάρου, σε σχέση με τους άνδρες, όπως προκύπτει από έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

ΕΛΣΤΑΤ: Πιο συνεπείς οι γυναίκες στις προληπτικές εξετάσεις

Την ίδια στιγμή, όλο και περισσότερες γυναίκες στη χώρα μας υποβάλλονται σε τεστ Παπανικολάου και σε μαστογραφία. Ωστόσο, ένα σημαντικό ποσοστό των Ελληνίδων της τάξεως του 21,5% παραδέχεται ότι δεν έχει κάνει ποτέ κυτταρολογικό έλεγχο κατά Παπανικολάου, τη στιγμή που είναι απόλυτα σαφές από τους ειδικούς γιατρούς ότι η συγκεκριμένη εξέταση σώζει ζωές.

Ειδικότερα, όπως κατέδειξε η Έρευνα Υγείας έτους 2014, της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και η οποία δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα, καταγράφεται σημαντική μείωση σε σχέση με το 2009, όταν είχε διενεργηθεί αντίστοιχη έρευνα σε σχέση με το ποσοστό των γυναικών που δεν έχουν κάνει ποτέ μαστογραφία και τεστ Παπανικολάου. Το 2009 περισσότερες από τις μισές Ελληνίδες (ποσοστό 53%) δήλωναν ότι δεν είχαν κάνει μαστογραφία στη ζωή τους, έναντι του 38% που έδωσε την ίδια απάντηση το 2014. Αντίστοιχα, το 2009 μία στις τρεις Ελληνίδες (ποσοστό 31%) δεν είχε υποβληθεί σε κυτταρολογικό έλεγχο κατά Παπανικολάου, έναντι του 21,5% το 2014. Το 85,6% των γυναικών, που έχουν κάνει μαστογραφία και το 87,6%, όσων έχουν υποβληθεί σε τεστ Παπανικολάου, το έκαναν προληπτικά.

Πάντως, τα ποσοστά «συμμόρφωσης» των γυναικών στις εκκλήσεις των γιατρών για προληπτικές εξετάσεις είναι σαφώς ανώτερα σε σχέση με τους άνδρες, αφού όπως κατέδειξε η έρευνα μόνο ένας στους τρεις (32,3%) έχει υποβληθεί σε κλινική ή άλλη εξέταση (PSA, υπέρηχο, βιοψία) για τον προστάτη. Από αυτούς, ποσοστό 72,8% υπεβλήθη στην εξέταση προληπτικά.

Σε γενικές γραμμές το 55,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω μέτρησε την αρτηριακή του πίεση και το 56,3% το σάκχαρό του, τους τελευταίους 12 μήνες πριν από τη διενέργεια της έρευνας. Από το σύνολο όσων έχουν μετρήσει οποτεδήποτε την αρτηριακή τους πίεση, οι επτά στους δέκα το έκαναν προληπτικά. Αντίστοιχα, οκτώ στους δέκα όσων έχουν μετρήσει το σάκχαρό τους έκαναν την εξέταση προληπτικά.

Από τους πάσχοντες πιο συνεπείς με τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης εμφανίζονται οι γυναίκες. Από όσους πάσχοντες μέτρησαν την πίεσή τους εντός των τελευταίων 12 μηνών, οι έξι είναι γυναίκες και οι τέσσερις άνδρες. Αντίστοιχη εικόνα και σε ό,τι αφορά τη μέτρηση σακχάρου, με το 54,5% των πασχόντων που έκανε την εξέταση πρόσφατα να είναι γυναίκες έναντι του 45,5% που ήταν άνδρες. Το 2014, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, ήταν μια καλή -σε σχέση με τις προηγούμενες- χρονιά για τον αντιγριπικό εμβολιασμό στην Ελλάδα. Το 29% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι εμβολιάστηκε κατά της γρίπης το 2014, το 3,6% το 2013, το 8,5% πριν από τις 31/12/2012. Αντίθετα, το 58,9% δήλωσε ότι δεν έχει εμβολιαστεί ποτέ. Συγκριτικά με τα ευρήματα της αντίστοιχης έρευνας που διενεργήθηκε το 2009, το ποσοστό όσων εμβολιάστηκαν το 2014 έχει σχεδόν διπλασιαστεί (από 15% στο 29%), ωστόσο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα.

Οι Έλληνες μπορεί να «φοβούνται» να εμβολιαστούν έναντι της γρίπης, δεν έχουν όμως κανένα πρόβλημα να καταναλώσουν φάρμακα, βότανα και βιταμίνες και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις χωρίς συνταγή γιατρού. Όπως κατέδειξε η έρευνα, ένας στους δύο συμμετέχοντες (47,4%) ηλικίας 15 ετών και άνω κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων πριν από τη διενέργεια της έρευνας έλαβε φάρμακα, βότανα ή βιταμίνες με γραπτή συνταγή γιατρού και τρεις στους δέκα (27,5%) χωρίς.

Μάλιστα από όσους έλαβαν σκευάσματα χωρίς συνταγή, επτά στους δέκα κατανάλωσαν φάρμακα (όχι βότανα ή βιταμίνες). Αξίζει να σημειωθεί ότι σε σχέση με το 2009 έχει αυξηθεί το ποσοστό όσων επισκέπτονται το φαρμακείο χωρίς να έχουν συνταγή γιατρού (24,5% το 2009 έναντι 27,5% το 2014).

Η έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής διενεργείται κάθε πέντε έτη και αφορά την κατάσταση υγείας του ελληνικού πληθυσμού ηλικίας άνω των 15 ετών, τη χρήση των υπηρεσιών υγείας, καθώς και παράγοντες που επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά την κατάσταση υγείας.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2009 και είναι πλήρως εναρμονισμένη με αντίστοιχες των υπόλοιπων κρατών-μελών της Ε.Ε. Το 2014 η έρευνα διενεργήθηκε σε τελικό δείγμα 8.223 νοικοκυριών σε ολόκληρη τη χώρα. Σε κάθε νοικοκυριό ερευνήθηκε ένα τυχαία επιλεγμένο μέλος του. Η επόμενη έρευνα θα διενεργηθεί το 2019.

Πηγή: Καθημερινή