ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΜΚΙΕ για μεταρρύθμιση ΠΦΥ: Υποχρηματοδότηση και βελτίωση είναι έννοιες ασυμβίβαστες

Επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία χαρακτηρίζει τη μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας το Μητροπολιτικό Κοινωνικό Ιατρείο Ελληνικού.

ΜΚΙΕ για μεταρρύθμιση ΠΦΥ: Υποχρηματοδότηση και βελτίωση είναι έννοιες ασυμβίβαστες

Σε σχετική ανακοίνωσή του αναφέρει τα εξής:

«Όλο το καλοκαίρι η κυβέρνηση και συγκεκριμένα το Υπουργείο Υγείας επιδόθηκαν σε έναν εντατικό αγώνα «πληροφόρησης» της κοινωνίας γύρω από την πολυδιαφημισμένη μεταρρύθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) με τη δημιουργία Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ). Τα θεμέλια όμως πάνω στα οποία στηρίζεται μια ουσιαστική μεταρρύθμιση δεν υπάρχουν. Αυτά είναι η εξασφάλιση διαρκούς χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό και η ύπαρξη υγειονομικού χάρτη.

Με δημόσια παραδοχή του Υπουργού Υγείας οι ΤΟΜΥ θα χρηματοδοτηθούν για 4 χρόνια από «Ευρωπαϊκές Πηγές γιατί από δημόσιες δαπάνες δεν είναι εφικτό». Και όλο αυτό το σχέδιο έχει φυσικά πρώτα την έγκριση των «θεσμών». Με λίγα λόγια θα χτιστεί ένα νέο πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση μόνο για 4 χρόνια και φυσικά για όσο καιρό συμφωνούν οι «θεσμοί», και για αυτό το «κατόρθωμα» το Υπουργείο Υγείας πανηγυρίζει.

Εκτός όμως της ελλιπούς χρηματοδότης και της απουσίας υγειονομικού χάρτη, η ίδια η φιλοσοφία του gatekeeping (η διαδικασία μέσω της οποίας κάποιος αποφασίζει ποιος θα έχει πρόσβαση και που), καθώς και η απουσία των συλλόγων των ασθενών τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην ίδια την λειτουργία της ΠΦΥ, καθιστούν αυτή τη μεταρρύθμιση επικίνδυνη για την δημόσια υγεία.

Για το 2017 στην εκτέλεση του προϋπολογισμού διαπιστώνουμε πως η χρηματοδότηση των νοσοκομείων και του ΥΠΕ-ΠΕΔΥ ήταν κατά 200 εκ. ευρώ μειωμένη έναντι του στόχου. Το ίδιο δυστυχώς ισχύει και για το 2018 όπου η μείωση φαίνεται ότι θα είναι επιπλέον 500 εκ. ευρώ. Αντί δηλαδή να ενισχυθεί ο προϋπολογισμός των νοσοκομείων για τις ελλείψεις, την λειτουργία των ΜΕΘ, την νοσηλεία των ανασφάλιστων κλπ., μειώνεται!

Η κυβέρνηση πέρσι ψήφισε έναν νόμο για τους 3 εκατομμύρια ανασφάλιστους συμπολίτες μας, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να έχουν δωρεάν πρόσβαση στο ΕΣΥ (Εθνικό Σύστημα Υγείας), όσον αφορά τις ιατρικές υπηρεσίες. Αυτό όμως έγινε χωρίς ουσιαστική αύξηση του προϋπολογισμού για το ΕΣΥ με αποτέλεσμα να υπολειτουργεί το πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο σύστημα υγείας, που πρέπει να καλύψει πολύ μεγαλύτερο αριθμό ασθενών από πριν, στα δε νοσοκομεία υπολειτουργούν άλλες υπηρεσίες προκειμένου να εξοικονομηθούν χρήματα τόσο για την νοσηλεία των ανασφάλιστων ασθενών, όσο και τη λειτουργία τμημάτων ζωτικής σημασίας όπως πχ. οι ΜΕΘ.

Λιτότητα υπάρχει ακόμα και στην πληροφόρηση των ασθενών. Πολλοί συμπολίτες μας δεν γνωρίζουν καν τα δικαιώματά τους. Απλές λύσεις, όπως η δημιουργία μιας τηλεφωνικής γραμμής ενημέρωσης των πολιτών, δεν έχουν δοθεί. Οι ασθενείς αναγκάζονται να ψάχνουν από το ένα δημόσιο νοσοκομείο στο άλλο για να βρουν πού θα μπορέσουν να κάνουν μια εξέταση δωρεάν, π.χ. μια αξονική. Και πρέπει να ψάξουν μόνοι τους σε όλα τα νοσοκομεία, και στο τέλος πολύ λίγοι καταφέρνουν να βγάλουν άκρη. Δημοσίως καλούμε το υπουργείο υγείας να μας πει σε πόσους ανασφάλιστους ασθενείς συνταγογραφήθηκαν ηλεκτρονικά παραπεμπτικά για διαγνωστικές εξετάσεις τον τελευταίο χρόνο όπως αξονικές, μαγνητικές, σπινθηρογραφήματα, υπερηχογραφήματα, και πόσες από αυτές τις εξετάσεις έγιναν τελικά. Μόνο έτσι θα καταλάβουμε εάν υπάρχει πρόσβαση και στην πράξη στους ανασφάλιστους ασθενείς στις διαγνωστικές εξετάσεις.

Την ίδια ώρα το Υπουργείο Υγείας πανηγυρίζει για την χορηγία 200 εκ. ευρώ προς το ΕΣΥ από το Ίδρυμα Νιάρχος για αγορά εξοπλισμού. Εμείς θεωρούμε τέτοιου είδους κινήσεις ως μια μεγάλη παγίδα πολύ απλά γιατί αυτοί το κάνουν ζητώντας, ή καλύτερα απαιτώντας, ανταλλάγματα. Αλλά βασικότερο όλων, εθίζεται η κοινωνία μας στην ιδέα ότι η λειτουργία της υγείας (ή αύριο της παιδείας) δεν είναι υποχρέωση της εκάστοτε κυβέρνησης αλλά εξαρτάται από το κάθε ίδρυμα Νιάρχος, δηλαδή από τη «φιλανθρωπία» και την «γενναιοδωρία» αυτών των ιδρυμάτων.

Θα μπορούσε η ίδια η πολιτεία να αγοράσει αυτόν τον εξοπλισμό πετυχαίνοντας την αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας, χωρίς τον εθισμό μας στον κάθε «φιλάνθρωπο». Η απόσβεση των χρημάτων της αγοράς θα γινόταν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Στην απλή ερώτηση «πού θα βρεθούν τα χρήματα» εμείς απαντάμε «Ας ρωτήσουν τον ΕΟΠΥΥ πόσα εκατομμύρια ευρώ πληρώνει τόσα και τόσα χρόνια σε μεγάλα ιδιωτικά κέντρα – αλυσίδες. Αυτά ξέρουν να τα βρίσκουν;».

Τα δημόσια νοσοκομεία υπολειτουργούν και ασθενείς με σοβαρές παθήσεις όπως οι καρκινοπαθείς αναγκάζονται να περιμένουν 3 έως 6 μήνες για να ξεκινήσουν τις ακτινοθεραπείες τους. Αναλώσιμα υλικά όπως γάντια (!) είναι είδος προς εξαφάνιση και οι νοσηλευτές αναγκάζονται να χρησιμοποιούν σακούλες στα χέρια τους για να καθαρίσουν τους ασθενείς ή να αγοράσουν τα γάντια μόνοι τους.

Το κοκτέιλ, υποχρηματοδότηση, δυσανάλογα λίγοι διορισμοί σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες, επιβαλλόμενος σχεδιασμός της ΠΦΥ από τους δανειστές και τον ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) ενός μοντέλου αποτυχημένου, χωρίς υγειονομικό χάρτη, χωρίς ουσιαστική δημόσια χρηματοδότηση, καθώς και η απόλυτη έλλειψη κάθε έννοιας προληπτικής ιατρικής, επιβάλλουν την συνέχιση του αγώνα που δίνουν τα κοινωνικά ιατρεία.

Τα κοινωνικά ιατρεία αγωνίζονται από την αρχή της μνημονιακής περιόδου διεκδικώντας τόσο την ύπαρξη νόμου για την πρόσβαση των ανασφάλιστων ασθενών στη δημόσια υγεία, αλλά και την ανάλογη χρηματοδότηση για την ουσιαστική υλοποίηση του νόμου. Ας μην ξεχνάμε πως οι δανειστές, μετά από τους εντατικούς αγώνες των κοινωνικών ιατρείων και το ανάλογο πολιτικό κόστος που υπήρξε, με το δεύτερο μνημόνιο ζητούσαν την κάλυψη των ανασφάλιστων ασθενών, απαιτώντας όμως στο ίδιο μνημόνιο τη συνέχιση της λιτότητας. Γιατί το έκαναν αυτό; Γιατί γνώριζαν πως οποιοδήποτε νομοσχέδιο χωρίς χρηματοδότηση είναι ανώφελο, δεν τους κοστίζει απολύτως τίποτα και επιπλέον κάλυπταν τα νώτα τους από πιθανές ποινικές περιπέτειες στο μέλλον εάν κληθούν να απολογηθούν για τις ολέθριες συνέπειες που προκάλεσε η επιβαλλόμενη από αυτούς λιτότητα.

Πρέπει επιτέλους η δημόσια υγεία να βγει από τον «γύψο» των μνημονίων και να φτιαχτεί μια ΠΦΥ με γνώμονα τις Ελληνικές ιδιαιτερότητες. Κοινωνική πολιτική και δίπτυχο λιτότητα/μνημόνια είναι έννοιες ασυμβίβαστες. Το μόνο που μπορεί να παράξουν αυτές οι πολιτικές είναι τους σύγχρονους καιάδες, συνεχίζοντας να χτίζουν τα θεμέλια μιας νέου τύπου, γενοκτονίας.

Ακόμη και όταν εκφράζεται βούληση για κοινωνική πολιτική, και «υλοποιείται» όπως πχ η πρόσβαση των ανασφάλιστων ασθενών στην δημόσια υγεία, ή «η μεταρρύθμιση της ΠΦΥ», οι μνημονιακές δεσμεύσεις δεν επιτρέπουν την ανάλογη χρηματοδότηση και η βούληση και τα νομοσχέδια μένουν κενά γράμματα και πολιτική εντυπώσεων που αργά ή γρήγορα θα καταρρεύσει.

Τέλος, η μείωση των δαπανών πρόνοιας κατά 0,5% επί του ΑΕΠ ανά έτος (900 εκ. ευρώ) ή 2,7 δις ευρώ για τα χρόνια 2016-17-18, (3ο μνημόνιο), εξηγεί την τραγωδία που ζουν σήμερα τα Άτομα με αναπηρία (ΑμεΑ) και οι οικογένειές τους. Εκεί δεν υπάρχει καμία ευαισθησία από τους κατά τα άλλα λαλίστατους επί ανουσίων θεμάτων υπουργών ή από την «αξιωματική αντιπολίτευση». Πώς να υπάρξει άλλωστε από αυτούς που ψήφισαν μαζί το 3ο μνημόνιο, και μόνη της η αξιωματική αντιπολίτευση το 2ο, δηλαδή τα μνημόνια του στραγγαλισμού της Υγείας και της Πρόνοιας».