ΥΓΕΙΑ

Αυτοάνοσα νοσήματα: Ποιες επιπλοκές προκαλούν στην εγκυμοσύνη

Σινάνη Αικατερίνη

Τα άτομα με αυτοάνοσες διαταραχές όπως ο λύκος, ο διαβήτης τύπου 1 και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, τείνουν να αποκτούν λιγότερα παιδιά, ενώ οι γυναίκες με αυτές τις παθήσεις αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών στην εγκυμοσύνη, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Αυτοάνοσα νοσήματα: Ποιες επιπλοκές προκαλούν στην εγκυμοσύνη

Ερευνητές στη Φινλανδία συνέκριναν την έκβαση της κύησης και του τοκετού στο περίπου 8% των Φινλανδών ενηλίκων που πάσχουν από κάποια μορφή αυτοάνοσης διαταραχής με αυτή ατόμων χωρίς τέτοιες ασθένειες.

Οι γυναίκες με συγκεκριμένες παθήσεις, όπως νόσο του Addison, λύκο, νεανική αρθρίτιδα, ρευματοειδή αρθρίτιδα, είχαν όντως την τάση να μην αποκτούν παιδιά ή να αποκτούν λιγότερα παιδιά, δήλωσαν οι ερευνητές με επικεφαλής την Anne Kerola, ρευματολόγο στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ελσίνκι.

Οι άνδρες με παθήσεις που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα είχαν επίσης υψηλότερο ποσοστό ατεκνίας, σύμφωνα με τη μελέτη, ιδίως οι άνδρες με μυασθένεια gravis, νόσο του Addison και αναιμία λόγω ανεπάρκειας βιταμίνης Β12.

Όσον αφορά τις επιπλοκές της εγκυμοσύνης, η έρευνα έδειξε ότι οι κίνδυνοι για προεκλαμψία, χαμηλό βάρος γέννησης, πρόωρο τοκετό, καισαρικές τομές και ανάγκη εντατικής θεραπείας των νεογνών ήταν αυξημένοι για τις γυναίκες με διάφορες αυτοάνοσες διαταραχές.

Συγκεκριμένα, οι γυναίκες με λύκο, διαβήτη τύπου 1 και νόσο του Addison είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες για αυτές τις επιπλοκές, όπως έδειξαν τα φινλανδικά δεδομένα.

Η επικεφαλής της έρευνας τόνισε ότι παρά τους αυξημένους αυτούς κινδύνους, «πολλές από τις επιπλοκές εξακολουθούν να είναι αρκετά σπάνιες».

Πρόσθεσε ότι το κλειδί για την ελάφρυνση αυτών των προβλημάτων, είναι οι συζητήσεις μεταξύ γιατρών και ασθενών.

«Ο οικογενειακός προγραμματισμός θα πρέπει να συζητιέται μεταξύ των ασθενών, τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών με ρευματικές παθήσεις και των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης. Οι εγκυμοσύνες σε γυναίκες με ρευματικά νοσήματα παρακολουθούνται προσεκτικά για την κατάλληλη προσαρμογή των φαρμάκων, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση των κινδύνων» πρόσθεσε.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Rheumatology.