ΥΓΕΙΑ

Επεισοδιακή υπερφαγία: Ποιες γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς

Η επεισοδιακή υπερφαγία (binge eating), γνωστή και ως αδηφαγική διαταραχή, χαρακτηρίζεται από μεμονωμένα περιστατικά όπου το άτομο καταναλώνει μεγάλες ποσότητες φαγητού και αισθάνεται ότι δεν μπορεί να σταματήσει να τρώει.

Επεισοδιακή υπερφαγία: Ποιες γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Ντρέξελ της Πενσυλβάνια κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ορισμένες γυναίκες είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν τη διαταραχή ανάλογα με το σωματότυπό τους.

Η παράδοξη συσχέτιση ανάμεσα στο σωματότυπο και τα επεισόδια υπερφαγίας στα οποία το άτομο χάνει τον αυτοέλεγχό του περιγράφεται αναλυτικά στην επιθεώρηση American Journal of Clinical Nutrition, σε μια μελέτη που θεωρείται η πρώτη στο είδος της.

Οι γυναίκες με σωματότυπο μήλο, διαπίστωσαν οι ερευνητές, δηλαδή όσες συσσωρεύουν περισσότερο λίπος κεντρικά, στην κοιλιά και γύρω από τη μέση, είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν την αδηφαγική διαταραχή. Μάλιστα, η συσχέτιση δεν φάνηκε να επηρεάζεται από τη συνολική μάζα του σώματος των γυναικών ή από το βαθμό στον οποίο εκδήλωναν καταθλιπτικά συμπτώματα.

Οι γυναίκες που ανήκουν σε αυτόν τον σωματότυπο φάνηκε να είναι λιγότερο ικανοποιημένες με το σώμα τους και αυτό, αναφέρει η μελέτη, συμβάλλει πιθανώς στην απώλεια ελέγχου όσον αφορά το φαγητό.

«Τα διαθέσιμα μοντέλα κινδύνου για τις διατροφικές διαταραχές λαμβάνουν υπ' όψιν ψυχολογικούς παράγοντες, ωστόσο γνωρίζουμε πολύ λίγα για βιολογικούς παράγοντες που θα μπορούσαν ενδεχομένως να μας βοηθήσουν να προβλέψουμε ποια άτομα είναι πιθανότερο να εκδηλώσουν συμπεριφορές που άπτονται των διατροφικών διαταραχών», εξηγεί η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Δρ Λώρα Μπέρνερ. «Τα πρώιμα ευρήματά μας αποκαλύπτουν ότι η κεντρική διανομή του λίπους στο σώμα αποτελεί πιθανώς σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση διατροφικής απόκλισης, συγκεκριμένα την απώλεια ελέγχου στο φαγητό.»

Τέλος, η Μπέρνερ προτείνει τις ψυχολογικές παρεμβάσεις και την προσαρμογή αυτών συγκεκριμένα βάσει της κατανομής του λίπους στο σώμα ώστε να προληφθούν αποτελεσματικότερα οι διατροφικές διαταραχές.

Η απώλεια ελέγχου στο φαγητό απαντάται, πέρα από την αδηφαγική διαταραχή, και στη νευρική βουλιμία και άλλες συναφείς διατροφικές διαταραχές.