ΔΙΑΤΡΟΦΗ

Νέα δεδομένα για τη γλυκιά γεύση και τα γλυκαντικά

Τι δείχνουν δύο μεγάλες ευρωπαϊκές μελέτες που παρουσιάστηκαν στο Πανελλήνιο Συνέδριο Διατροφής & Διαιτολογίας

Η γλυκιά γεύση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης διατροφής και συχνά βρίσκεται στο επίκεντρο συζητήσεων σχετικά με τη δημόσια υγεία. Η ανάγκη μείωσης της υψηλής πρόσληψης ζάχαρης στη διατροφή μας είναι δεδομένη, όμως λιγότερο ξεκάθαρο είναι αν πρέπει ταυτόχρονα να μειώσουμε και τη συνολική έκθεση στη γλυκιά γεύση, είτε προέρχεται από ζάχαρη είτε από γλυκαντικά χωρίς θερμίδες.

Δύο νέες κλινικές μελέτες που παρουσιάστηκαν στο 18ο Πανελλήνιο Συνέδριο Διατροφής & Διαιτολογίας, που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από τις 4 έως τις 6 Δεκεμβρίου 2025, έρχονται να φωτίσουν αυτό το ζήτημα, προσφέροντας ισχυρά επιστημονικά δεδομένα.

Η πρώτη από αυτές, η μελέτη SWEET που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση εξέτασε αν η χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση του σωματικού βάρους μετά από δίαιτα απώλειας βάρους. Στη μελέτη συμμετείχαν 341 ενήλικες με υπέρβαρο ή παχυσαρκία από τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

Αφού έχασαν περίπου 10% του βάρους του σε 2 μήνες, οι εθελοντές συνέχισαν να ακολουθούν μια υγιεινή διατροφή χαμηλών σακχάρων αλλά χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στη μία ομάδα ζητήθηκε να αντικαθιστά συστηματικά τρόφιμα με ζάχαρη με αντίστοιχα με ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, ενώ η δεύτερη ομάδα δεν κατανάλωνε γλυκαντικά.

Μετά από έναν χρόνο, τα αποτελέσματα ήταν ξεκάθαρα. Η ομάδα που χρησιμοποίησε γλυκαντικά διατήρησε μεγαλύτερη απώλεια βάρους (περίπου 1,6 κιλά περισσότερο) σε σχέση με την ομάδα ελέγχου κι επίσης είχε μειωμένη πρόσληψη θερμίδων, μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη δίαιτα, και λιγότερη επιθυμία για γλυκό. Παράλληλα, κανένας από τους δείκτες καρδιομεταβολικής υγείας δεν διέφερε μεταξύ των δύο ομάδων, επιβεβαιώνοντας ότι τα γλυκαντικά χωρίς θερμίδες είναι ασφαλή προς κατανάλωση.

Η Δρ. Anne Raben, μία εκ των συντονιστών της μελέτης ως καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, δήλωσε ότι «Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι τα γλυκαντικά μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο εργαλείο στη διαχείριση βάρους, όταν εντάσσονται σε μια συνολικά ισορροπημένη διατροφή. Το σημαντικότερο όφελος όμως είναι η μεγαλύτερη διατήρηση του χαμένου βάρους σε βάθος χρόνου, το σημείο στο οποίο δυσκολεύονται περισσότερο όσοι προσπαθούν να ελέγξουν το βάρος του μακροχρόνια».

Η δεύτερη μελέτη, γνωστή ως μελέτη «Sweet Tooth», εξέτασε το πώς η έκθεση στη γλυκιά γεύση επηρεάζει τις διατροφικές μας προτιμήσεις και διερεύνησε αν η μείωση ή η αύξηση της κατανάλωσης γλυκών τροφίμων μπορεί να αλλάξει την επιθυμία μας για γλυκό. Στην εξάμηνη αυτή τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη συμμετείχαν 180 υγιείς ενήλικες, οι οποίοι χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: χαμηλής, κανονικής και υψηλής κατανάλωσης γλυκών τροφίμων στη διατροφή.

Τα αποτελέσματα ανέτρεψαν την επικρατούσα θεωρία ότι «όσο λιγότερη η γλυκιά γεύση στη διατροφή τόσο μειώνεται η επιθυμία για γλυκά». Η κατανάλωση μικρής ή μεγάλης ποσότητας τροφίμων με γλυκιά γεύση δεν άλλαξε τις γευστικές προτιμήσεις, την αντίληψη της γλυκύτητας, την πρόσληψη θερμίδων ή το σωματικό βάρος. Μετά το τέλος της μελέτης, οι συμμετέχοντες επέστρεψαν στις αρχικές τους συνήθειες, ένδειξη ότι η έκθεση στη γλυκιά γεύση δεν επηρέασε ουσιαστικά τις προτιμήσεις τους. Τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα σημαντικά, μιας και πρόκειται για τη μεγαλύτερη και πιο μακροχρόνια κλινική μελέτη σε αυτό το επιστημονικό πεδίο μέχρι σήμερα.

Η Δρ. Katherine Appleton, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Bournemouth στη Μεγάλη Βρετανία και μία εκ των ερευνητών της μελέτης, δήλωσε: «Τα αποτελέσματα της τελευταίας μας μελέτης δείχνουν ότι το να ακολουθήσουμε μια διατροφή με χαμηλή κατανάλωση γλυκών τροφίμων για έξι μήνες δεν αλλάζει την προτίμησή μας για γλυκιά γεύση. Επίσης, δεν διαπιστώσαμε καμία επίδραση στην πρόσληψη τροφής, συμπεριλαμβανομένης της πρόσληψης γλυκών τροφίμων, ή στο σωματικό βάρος. Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι οι συμβουλές για τη μείωση του σωματικού βάρους θα πρέπει να επικεντρώνονται ρητά στη μείωση ζάχαρης και όχι γενικά στη γλυκιά γεύση. Για παράδειγμα, τα επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν στρατηγικές που στοχεύουν στην κατανάλωση τροφίμων με ζάχαρη σε μικρότερες μερίδες και στην επιλογή προϊόντων με γλυκαντικά χαμηλών θερμίδων που παρέχουν γλυκιά γεύση χωρίς τις θερμίδες της ζάχαρης».

Τέλος, στο συνέδριο συζητήθηκε και το θέμα της ασφάλειας των γλυκαντικών, με τη διαιτολόγο – διατροφολόγο Βίκυ Πυρογιάννη, Διευθύντρια Διατροφικής Επιστήμης στη Διεθνή Ένωση Γλυκαντικών, να επισημαίνει ότι: «Όλα τα γλυκαντικά που χρησιμοποιούνται σήμερα σε τρόφιμα και ποτά στην Ευρώπη έχουν περάσει συστηματικές και αυστηρές αξιολογήσεις από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA). Μάλιστα, στο πλαίσιο της προγραμματισμένης επαναξιολόγησης όλων των γλυκαντικών που έχουν εγκριθεί πριν το 2010, η EFSA έχει ολοκληρώσει την επανεξέταση όλων των νέων επιστημονικών δεδομένων για γνωστά γλυκαντικά όπως η ασπαρτάμη, η ακεσουλφάμη, η σακχαρίνη, και η στέβια, επιβεβαιώνοντας ξανά την ασφάλειά τους».

Η Βίκυ Πυρογιάννη, διαιτολόγος – διατροφολόγος, Διευθύντρια Διατροφικής Επιστήμης στη Διεθνή Ένωση Γλυκαντικών

Συνολικά, τα ευρήματα των δύο νέων μεγάλων κλινικών μελετών που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο συμφωνούν με προηγούμενες μικρότερες κλινικές μελέτες ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να συμβάλουν στην καλύτερη διαχείριση του σωματικού βάρους χωρίς κίνδυνο για την υγεία, ενώ η έκθεσή μας στη γλυκιά γεύση δεν επηρεάζει σημαντικά τις διατροφικές μας προτιμήσεις. Τα νέα δεδομένα μάς καθοδηγούν προς πιο ρεαλιστικές και ισορροπημένες διατροφικές επιλογές, που επιτρέπουν την απόλαυση της γλυκιάς γεύσης χωρίς στερήσεις αλλά με μέτρο.

© 2014-2025 Onmed.gr - All rights reserved