ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Περισσότερα τα παχύσαρκα παιδιά από τα υποσιτισμένα - Στα βασικά φάρμακα του ΠΟΥ τα GLP-1

Ραγδαία είναι τα τελευταία χρόνια η αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας μεταξύ των παιδιών και των εφήβων και πλέον αποτελεί τη βασική μορφή κακής θρέψης στα παιδιά ηλικίας 5 έως 19 ετών σε όλο τον κόσμο, ξεπερνώντας τον υποσιτισμό, προειδοποίησε η Unicef σε νέα έκθεσή της.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της UNICEF από περισσότερες από 190 χώρες, το ποσοστό των υποσιτισμένων παιδιών αυτής της ηλικιακής ομάδας μειώθηκε από σχεδόν 13% το 2000 σε 9,2% το 2022, ενώ αντίθετα η παχυσαρκία αυξήθηκε από 3% σε 9,4% την ίδια περίοδο.

Σήμερα, ένα στα πέντε παιδιά ηλικίας 5 έως 19 ετών -περίπου 391 εκατομμύρια- είναι υπέρβαρο, ενώ τα παχύσαρκα παιδιά φτάνουν πλέον το 8% (163 εκατ.), έναντι μόλις 3% το 2000.

Η επικεφαλής της Unicef, Κάθριν Ράσελ, επισημαίνει πως η κακή θρέψη δεν αφορά μόνο την έλλειψη τροφής αλλά και την ανισορροπία ή το πλεόνασμα θρεπτικών συστατικών. «Οι υπερεπεξεργασμένες τροφές αντικαθιστούν συνεχώς τα φρούτα, τα λαχανικά και τις πρωτεΐνες, θέτοντας σε κίνδυνο τη σωματική και νοητική ανάπτυξη των παιδιών και την ψυχική τους υγεία», σημείωσε.

Η Unicef κατηγορεί τη βιομηχανία των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων για το «τοξικό περιβάλλον» που δημιουργεί, καθώς τα παιδιά εκτίθενται καθημερινά σε ανθυγιεινό μάρκετινγκ, ακόμη και στο σχολείο. «Το φταίξιμο δεν είναι των παιδιών ούτε των οικογενειών τους, αλλά αποτυχία της κοινωνίας», τονίζει η έκθεση.

Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η σωματική δραστηριότητα από μόνη της δεν αρκεί για να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις της κακής διατροφής, ενώ υπογραμμίζεται η ανάγκη για πολιτικές που θα διευκολύνουν την πρόσβαση σε θρεπτικά και υγιεινά τρόφιμα.

Η UNICEF καλεί τις κυβερνήσεις να εφαρμόσουν δεσμευτικά μέτρα, όπως περιορισμούς στη διαφήμιση, φόρους στα ζαχαρούχα ποτά, καλύτερη σήμανση τροφίμων και αλλαγές στο αγροδιατροφικό σύστημα υπέρ των φρέσκων προϊόντων.

Παράλληλα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) για πρώτη φορά συνέστησε νέες, επιτυχημένες θεραπείες κατά της παχυσαρκίας και του διαβήτη, ζητώντας την ταυτόχρονη παραγωγή φθηνότερων γενόσημων εκδόσεων για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Στη λίστα των βασικών φαρμάκων του ΠΟΥ προστέθηκαν οι GLP-1 αγωνιστές: σεμαγλουτίδη, ντουλαγλουτίδη, λιραγλουτίδη, καθώς και η τιρζεπατίδη.

Τα σκευάσματα αυτά, που αρχικά αναπτύχθηκαν για τον διαβήτη τύπου 2, έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικά στη μείωση του σωματικού βάρους, καθώς ενισχύουν τη δράση της ορμόνης GLP-1, η οποία ρυθμίζει την έκκριση ινσουλίνης και το αίσθημα κορεσμού.

Ο ΠΟΥ υπολογίζει ότι περισσότεροι από 3,7 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν το 2021 από ασθένειες που σχετίζονται με την παχυσαρκία -περισσότεροι από όσους πέθαναν από τη φυματίωση, την ελονοσία και το AIDS μαζί- ενώ η υψηλή τιμή των φαρμάκων περιορίζει την πρόσβαση στις φτωχότερες χώρες.

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η μαζική παραγωγή γενόσημης σεμαγλουτίδης θα μπορούσε να μειώσει το κόστος στα 4 δολάρια τον μήνα, ανοίγοντας τον δρόμο για ευρύτερη πρόσβαση.

Η έκθεση του ΠΟΥ αναδεικνύει την ανάγκη για συνδυαστική στρατηγική: πρόληψη μέσω υγιεινής διατροφής και άσκησης, αλλά και θεραπευτική υποστήριξη με φάρμακα για όσους ήδη ζουν με παχυσαρκία και διαβήτη, ώστε να μειωθούν οι επιπτώσεις στην υγεία, συμπεριλαμβανομένων σοβαρών καρδιομεταβολικών προβλημάτων.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

© 2014-2025 Onmed.gr - All rights reserved