Μπορούμε να ρίξουμε τα ζάχαρο χωρίς να χάσουμε κιλά;
Εδώ και δεκαετίες επικρατεί η άποψη ότι ο βασικός τρόπος μείωσης του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη είναι η απώλεια βάρους.
Για πολλά χρόνια, όσοι διαγιγνώσκονται με προδιαβήτη -μια κατάσταση που επηρεάζει έως και έναν στους τρεις ενήλικες- λαμβάνουν από τους γιατρούς τους το ίδιο μήνυμα: «Τρώτε υγιεινά και χάστε βάρος για να αποφύγετε τον διαβήτη».
Αυτή η προσέγγιση όμως, δεν λειτουργεί για όλους. Παρά το γεγονός ότι οι ιατρικές συστάσεις έχουν παραμείνει ουσιαστικά αμετάβλητες για πάνω από 20 χρόνια, η συχνότητα εμφάνισης του διαβήτη συνεχίζει να αυξάνεται παγκοσμίως. Οι περισσότεροι άνθρωποι με προδιαβήτη δυσκολεύονται να επιτύχουν τους στόχους απώλειας βάρους, με αποτέλεσμα να απογοητεύονται και να παραμένουν σε υψηλό κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
Νέα έρευνα προτείνει μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο προδιαβήτης μπορεί να υποχωρήσει και τα επίπεδα σακχάρου να επανέλθουν στο φυσιολογικό, ακόμη και χωρίς απώλεια βάρους.
Περίπου ένας στους τέσσερις συμμετέχοντες σε προγράμματα αλλαγής τρόπου ζωής, επαναφέρουν τα επίπεδα σακχάρου τους στο φυσιολογικό χωρίς να χάσουν καθόλου βάρος.
Το εντυπωσιακό είναι ότι αυτή η «σταθερή ως προς το βάρος» ύφεση προστατεύει από τον μελλοντικό διαβήτη το ίδιο αποτελεσματικά με την ύφεση που επιτυγχάνεται μέσω απώλειας βάρους.
Πρόκειται για μια σημαντική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι γιατροί ενδέχεται να αντιμετωπίζουν στο μέλλον υπέρβαρους ή παχύσαρκους ασθενείς με υψηλό κίνδυνο διαβήτη.
Πώς γίνεται όμως να μειωθούν τα επίπεδα σακχάρου χωρίς απώλεια βάρους - ή ακόμη και με αύξηση του βάρους;
Η απάντηση βρίσκεται στην κατανομή του λίπους στο σώμα. Δεν συμπεριφέρονται όλα τα είδη σωματικού λίπους με τον ίδιο τρόπο.
Το σπλαχνικό λίπος, δηλαδή αυτό που βρίσκεται βαθιά στην κοιλιακή χώρα και περιβάλλει τα εσωτερικά όργανα, δρα ως «μεταβολικός ταραχοποιός». Αυτό το είδος λίπους προκαλεί χρόνια φλεγμονή, η οποία παρεμβαίνει στη λειτουργία της ινσουλίνης, της ορμόνης που ρυθμίζει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Όταν η ινσουλίνη δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά, τα επίπεδα γλυκόζης αυξάνονται.
Αντίθετα, το υποδόριο λίπος, δηλαδή το λίπος που βρίσκεται ακριβώς κάτω από το δέρμα, μπορεί να είναι ευεργετικό. Αυτός ο τύπος λιπώδους ιστού παράγει ορμόνες που βοηθούν την ινσουλίνη να λειτουργεί πιο αποτελεσματικά.
Η μελέτη έδειξε ότι τα άτομα που αντιστρέφουν τον προδιαβήτη χωρίς να χάσουν βάρος, μετακινούν το λίπος από τα βάθη της κοιλιάς τους προς την επιφάνεια κάτω από το δέρμα, ακόμη κι αν το συνολικό τους βάρος παραμένει αμετάβλητο.
Οι ερευνητές αποκάλυψαν ακόμη ένα κομμάτι του παζλ. Οι φυσικές ορμόνες, τις οποίες μιμούνται τα νέα φάρμακα απώλειας βάρους, όπως η σεμαγλουτίδη, φαίνεται να παίζουν κρίσιμο ρόλο σε αυτή τη διαδικασία. Αυτές οι ορμόνες -και ιδιαίτερα η GLP-1- βοηθούν τα β-κύτταρα του παγκρέατος να εκκρίνουν ινσουλίνη όταν τα επίπεδα σακχάρου αυξάνονται.
Τα άτομα που αντιστρέφουν τον προδιαβήτη χωρίς απώλεια βάρους φαίνεται να ενισχύουν φυσικά αυτό το ορμονικό σύστημα, ενώ ταυτόχρονα καταστέλλουν άλλες ορμόνες που συνήθως αυξάνουν τα επίπεδα γλυκόζης.
Στόχος: Ανακατανομή λίπους - όχι μόνο απώλεια βάρους
Οι πρακτικές συνέπειες αυτής της ανακάλυψης είναι ενθαρρυντικές. Αντί να εστιάζουν αποκλειστικά στη ζυγαριά, τα άτομα με προδιαβήτη μπορούν να στοχεύσουν στην ανακατανομή του σωματικού λίπους μέσω της διατροφής και της άσκησης.
Έρευνες δείχνουν ότι τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, τα οποία υπάρχουν σε αφθονία στη μεσογειακή διατροφή (πλούσια σε ιχθυέλαιο, ελιές και ξηρούς καρπούς), μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του σπλαχνικού λίπους της κοιλιάς. Παρομοίως, η αερόβια άσκηση μπορεί να μειώσει το κοιλιακό λίπος ακόμη και χωρίς συνολική απώλεια βάρους.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η απώλεια βάρους πρέπει να εγκαταλειφθεί ως στόχος. Εξακολουθεί να είναι σημαντική για τη συνολική υγεία και την πρόληψη του διαβήτη. Ωστόσο, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η επίτευξη φυσιολογικών επιπέδων γλυκόζης, ανεξάρτητα από τις αλλαγές στο βάρος, θα πρέπει να αποτελέσει πρωταρχικό στόχο στη θεραπεία του προδιαβήτη.
Αυτή η προσέγγιση μπορεί να βοηθήσει εκατομμύρια ανθρώπους που δυσκολεύτηκαν με τα παραδοσιακά προγράμματα απώλειας βάρους, προσφέροντάς τους την ευκαιρία να επιτύχουν ουσιαστικές βελτιώσεις στην υγεία τους μέσω μεταβολικών αλλαγών.
Για τους επαγγελματίες υγείας, τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν την ανάγκη να διευρυνθούν οι θεραπευτικές προσεγγίσεις πέρα από τις παρεμβάσεις που εστιάζουν αποκλειστικά στο βάρος.
Η παρακολούθηση της βελτίωσης της γλυκόζης και η ενθάρρυνση της ανακατανομής του λίπους μέσω στοχευμένης διατροφής και άσκησης, θα μπορούσαν να αποτελέσουν εναλλακτικούς δρόμους πρόληψης του διαβήτη, ειδικά για όσους δυσκολεύονται πολύ να χάσουν βάρος.
Η νέα γνώση είναι πολύτιμη, καθώς ο διαβήτης αποτελεί μία από τις ταχύτερα αυξανόμενες απειλές για τη δημόσια υγεία. Αναγνωρίζοντας ότι ο προδιαβήτης μπορεί να βελτιωθεί χωρίς απώλεια βάρους, ανοίγονται νέοι δρόμοι για την πρόληψη μιας νόσου που πλήττει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και εξακολουθεί να εξαπλώνεται ραγδαία.
Η έρευνα αυτή αναδιαμορφώνει θεμελιωδώς τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την πρόληψη του διαβήτη, προτείνοντας ότι η βελτίωση της μεταβολικής υγείας και όχι απλώς η μείωση του βάρους, πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της κλινικής πρακτικής.
Για όσους βρίσκονται στο στάδιο του προδιαβήτη και έχουν απογοητευτεί από τις ανεπιτυχείς προσπάθειες απώλειας βάρους, αυτή η προσέγγιση προσφέρει νέα ελπίδα και πρακτικές εναλλακτικές στρατηγικές για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Medicine.