ΥΓΕΙΑ

Καρκίνος ήπατος: Μπορούν τα αντιδιαβητικά φάρμακα να σώσουν το συκώτι;

Σινάνη Αικατερίνη

Το Ozempic και άλλα φάρμακα για την αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2 που ονομάζονται μιμητικά της ινκρετίνης ή αγωνιστές τύπου γλυκαγόνο πεπτιδίου 1 (GLP-1), σχετίζονται με μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης κίρρωσης και καρκίνου του ήπατος σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 και χρόνια ηπατική νόσο, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Karolinska στη Σουηδία.

Καρκίνος ήπατος: Μπορούν τα αντιδιαβητικά φάρμακα να σώσουν το συκώτι;

Οι αγωνιστές GLP1, όπως είναι το Ozempic, μειώνουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και χρησιμοποιούνται κυρίως για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2.

Επειδή όμως το φάρμακο μειώνει και την όρεξη, χρησιμοποιείται πλέον όλο και περισσότερο για τη θεραπεία της παχυσαρκίας και έχει γίνει εξαιρετικά δημοφιλές για την απώλεια βάρους.

Τα αποτελέσματα από τις πρώτες κλινικές δοκιμές δείχνουν επίσης ότι οι αγωνιστές GLP1 μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο ηπατικής βλάβης.

Για το λόγο αυτό, οι ερευνητές του Ινστιτούτου Καρολίνσκα συμπεριέλαβαν όλους τους Σουηδούς με χρόνια ηπατική νόσο και διαβήτη τύπου 2 σε μια μελέτη βάσει μητρώου. Στη συνέχεια συνέκριναν τον κίνδυνο σοβαρής ηπατικής βλάβης σε όσους έλαβαν θεραπεία με αγωνιστές GLP1 και σε όσους δεν έλαβαν.

Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι όσοι έπαιρναν το φάρμακο για μεγάλο χρονικό διάστημα, είχαν μικρότερο κίνδυνο να αναπτύξουν αργότερα σοβαρότερες μορφές ηπατικής νόσου, όπως κίρρωση και καρκίνο του ήπατος.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό υποδηλώνει ότι οι αγωνιστές GLP1 θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια αποτελεσματική θεραπεία για την αποφυγή σοβαρής ηπατικής νόσου σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.

«Η λιπώδης ηπατική νόσος εκτιμάται ότι επηρεάζει έως και έναν στους πέντε ανθρώπους στη Σουηδία, πολλοί από τους οποίους έχουν διαβήτη τύπου 2, ενώ περίπου ένας στους είκοσι αναπτύσσει σοβαρή ηπατική νόσο», λέει ο πρώτος συγγραφέας Axel Wester, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιατρικής Huddinge του Ινστιτούτου.

«Τα ευρήματά μας είναι ενδιαφέροντα, γιατί επί του παρόντος δεν υπάρχουν εγκεκριμένα φάρμακα για τη μείωση αυτού του κινδύνου», πρόσθεσε.

Πολλά άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη σταμάτησαν να λαμβάνουν αγωνιστές GLP1, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει προστατευτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, όσοι συνέχισαν να παίρνουν τα φάρμακά τους για περίπου μια δεκαετία, είχαν τις μισές πιθανότητες να αναπτύξουν σοβαρή ηπατική νόσο.

«Τα ευρήματα πρέπει να επιβεβαιωθούν σε κλινικές δοκιμές, αλλά θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να ολοκληρωθούν αυτές οι μελέτες», λέει ο Axel Wester.

Ένας περιορισμός της μεθόδου είναι ότι δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν παράγοντες για τους οποίους δεν υπάρχουν δεδομένα, όπως οι εξετάσεις αίματος, για να περιγραφεί λεπτομερέστερα η σοβαρότητα της ηπατικής νόσου.

Ωστόσο, οι ερευνητές δημιούργησαν πρόσφατα μια νέα βάση δεδομένων που ονομάζεται HERALD, όπου έχουν πρόσβαση σε δείγματα αίματος από ασθενείς στην περιοχή της Στοκχόλμης.

«Στην επόμενη φάση θα διερευνήσουμε την επίδραση των αγωνιστών GLP1 σε αυτή τη βάση δεδομένων», λέει ο τελευταίος συγγραφέας της μελέτης Hannes Hagström, σύμβουλος ηπατολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Karolinska και επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιατρικής Huddinge του Ινστιτούτου.

«Εάν έχουμε παρόμοια αποτελέσματα, θα ενισχύσει περαιτέρω την υπόθεση ότι οι αγωνιστές GLP1 μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μείωση του κινδύνου σοβαρής ηπατικής νόσου» πρόσθεσε.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Gut.