ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΙΣΑ: Επικίνδυνη η άσκηση της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής από μη γιατρούς

Με ομόφωνη απόφασή του απέρριψε τη γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας αναφορικά με την άσκηση της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής από μη γιατρούς το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών (ΙΣΑ), κρίνοντας πως με τον τρόπο αυτόν ανοίγει ο δρόμος για παράνομη άσκηση της ιατρικής, που εγκυμονεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία.

ΙΣΑ: Επικίνδυνη η άσκηση της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής από μη γιατρούς

Ειδικότερα, ο ΙΣΑ απέστειλε επιστολή στον πρόεδρο του ΚΕΣΥ, καθηγητή Κ. Μάρκου, την οποία κοινοποίησε και στον υπουργό Υγείας, Α. Ξανθό, στην οποία επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι η εν λόγω απόφαση εκφράζει πλήθος αντιφατικών σκέψεων και ουσιαστικά επιτρέπει την ανεξέλεγκτη άσκηση της Ομοιοπαθητικής «στο λυκόφως της νομιμότητας».

Δεδομένου τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι πλήρως κατοχυρωμένα δυνάμει της εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με την ευρωπαϊκή, ο ΙΣΑ διερωτάται πώς είναι δυνατόν η Ομοιοπαθητική να μη νοείται ως αμιγώς ιατρική πράξη.

«Πρόκειται για μια απαράδεκτη γνωμοδότηση που υιοθετήθηκε από μικρό αριθμό μελών της Ολομέλειας, απουσία του ιατρού εισηγητή του θέματος. Τονίζουμε ότι τίθενται σοβαροί κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία, καθώς τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα είναι νομοθετημένα ως γαληνικά από το 1994 και ως φάρμακα από το 2013 και η συγκεκριμένη θεραπευτική πρακτική πρέπει να ασκείται αποκλειστικά από ιατρούς που λογοδοτούν στους οικείους Ιατρικούς Συλλόγους και που έχουν εκπαιδευτεί επαρκώς και υπό τον έλεγχο των θεσμικών οργάνων.

Καταγγέλλουμε ότι η εν λόγω εισήγηση δεν έλαβε υπόψη τις θέσεις των Ιατρικών Συλλόγων για το σοβαρό αυτό θέμα καθώς και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Εναρμόνισης και τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο οποίος περιλαμβάνει την Ομοιοπαθητική στην παραδοσιακή ιατρική και συστήνει στα κράτη μέλη του να την εντάξουν στα εθνικά συστήματα υγείας.

Ήδη ο ΕΛΟΤ, με την από 26 Μαρτίου 2018 απόφασή του, υιοθετεί ως ελληνικό το Ευρωπαϊκό πρότυπο (ΕΝ 16872:2016) για παροχή υπηρεσιών υγείας από Ιατρούς Ομοιοπαθητικής (MDQH)» καταγγέλλει ο ΙΣΑ.

Παράλληλα, τονίζει ότι η Ομοιοπαθητική, όπως και κάθε εναλλακτική θεραπεία, πρέπει να διενεργείται αποκλειστικά και μόνο από ιατρούς.

«Θεωρούμε απαράδεκτη την απόφαση γιατί αγνοεί ότι η Ομοιοπαθητική, ως αγωγή με σκοπό τη θεραπεία, συνιστά άσκηση ιατρικών πράξεων, παραγνωρίζει ότι τα ομοιοπαθητικά είναι φάρμακα, αποστερεί ιατρούς από τη δυνατότητα άσκησής της και κυρίως, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία των πολιτών και τη δημόσια υγεία, επιχειρεί να αναγνωρίσει το δικαίωμα άσκησης της Ιατρικής σε μη ιατρούς» επισημαίνει.

Ο ΙΣΑ καταλήγει ζητώντας την απόρριψη της γνωμοδότησης του ΚΕΣΥ, ενώ κοινοποίησε αυτή τη θέση του, που στηρίζεται στα απτά δεδομένα της Ιατρικής επιστήμης και τις αρχές της νομιμότητας, στον υπουργό Υγείας, αναμένοντας τις δικές του ενέργειες.