ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Κορονοϊός: 429.000 εμβόλια της Pfizer ως το τέλος Ιανουαρίου - 25 εκατ. δόσεις ως τον Ιούνιο

Έως το τέλος Ιανουαρίου θα έχουν παραληφθεί 429.000 εμβόλια της Pfizer και έως τον Ιούνιο, με τη σταδιακή αδειοδότηση των εμβολίων και άλλων εταιρειών από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΕ, θα έχουν φτάσει στην Ελλάδα συνολικά 25 εκατ. δόσεις για να εμβολιαστεί το σύνολο του πληθυσμού, εφόσον το επιθυμεί. 

Κορονοϊός: 429.000 εμβόλια της Pfizer ως το τέλος Ιανουαρίου -  25 εκατ. δόσεις ως τον Ιούνιο

Αυτό δήλωσε σε συνέντευξή του στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι» ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, υπογραμμίζοντας πως μόνο με τον μαζικό εμβολιασμό θα πετύχουμε να δημιουργήσουμε το τείχος ανοσίας που απαιτείται για να βάλουμε τέλος στην πρωτοφανή περιπέτεια που ζήσαμε το 2020 με την πανδημία και να πάρουμε πίσω τη ζωή μας στα χέρια μας. Τόνισε δε ότι γι' αυτό το λόγο ο εμβολιασμός όλων των πολιτών δεν είναι μόνο μέτρο αυτοπροστασίας, αλλά μια βαθιά κίνηση ανθρωπιάς και αλληλεγγύης.

Ερωτηθείς για ποιο λόγο δίδεται προτεραιότητα στον εμβολιασμό υπουργών και κρατικών αξιωματούχων, ο κ. Πέτσας ανέφερε ότι ο λόγος είναι διττός: αφενός για συμβολικούς λόγους, όσον αφορά στην κορυφή της πολιτειακής ηγεσίας. Αφετέρου διότι επιλέγεται μια σειρά μελών της κυβέρνησης που είναι απαραίτητη για τη συνέχεια του κράτους. «Ακούω ανοησίες για τον υπουργό Υγείας. Είναι δυνατόν να μην εμβολιάζεται ο υπουργός Υγείας, όταν είναι στην πρώτη γραμμή κι επισκέπτεται νοσοκομεία και κέντρα υγείας για να είναι εκεί και να δίνει το πρόσταγμα; Ή μέλη της κυβέρνησης που είναι κοντά στον πρωθυπουργό, όπως ο υπουργός Επικρατείας και ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης;», διερωτήθηκε χαρακτηριστικά και ζήτησε «να πέφτουμε σ' αυτό το επίπεδο λαϊκισμού», ενώ πρόσθεσε ότι η ομάδα των εν λόγω στελεχών είναι κάτω κι από το 1% του συνόλου του πληθυσμού.

«Πολύ πρόχειρη η κριτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης»

Απαντώντας δε στην κριτική εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του αρχηγού της, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τη χαρακτήρισε «πολύ πρόχειρη» και πρόσθεσε ότι «γι' αυτό δεν έχει ιδιαίτερη αξία η ανάλυσή της». Και κατέληξε λέγοντας πως «υπάρχουν άλλα θέματα για κριτική, αλλά όχι αυτά που είναι θέματα δημόσιας υγείας». Ειδικά για την κριτική που αφορά στον αριθμό των εμβολίων που έφτασαν στην Ελλάδα, ο κ. Πέτσας τόνισε πως «τα εμβόλια δεν τα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ ή η ΝΔ. Τα κάνουν οι εταιρείες και τα εγκρίνουν οι οργανισμοί. Εν προκειμένω, δόθηκε άδεια ήδη μόνο για μία εταιρεία, την Pfizer. Η συμφωνία είναι η ίδια, παίρνουν όλα τα κράτη της ΕΕ εμβόλια με βάση τον πληθυσμό τους. Δεν μπορώ να φανταστώ τι διαφορετικό θα έκανε ο κ. Τσίπρας. Ίσως ο ίδιος να ξέρει, αλλά δεν μας το έχει εξηγήσει. Μόνο κριτική κάνει. Αλλά οι πολίτες έχουν δώσει την απάντησή τους και για τον ίδιο και για τους συνεργάτες του που ήταν υπουργοί Υγείας και δεν θέλω να επανέλθω», κατέληξε.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος πρόσθεσε επ' αυτού ότι σταδιακά θα έρχονται εγκρίσεις για τη Moderna και άλλες εταιρείες κι έτσι από το Φεβρουάριο θ' αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των διαθέσιμων εμβολίων. «Όσες περισσότερες εταιρείες παίρνουν άδεια τόσες περισσότερες θα είναι οι δόσεις κι είμαι αισιόδοξος ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε καλύτερα ακόμη κι από το αρχικό πλάνο. Αλλά εμείς είμαστε υποχρεωμένοι ν' ακολουθούμε το αρχικό πλάνο και μόνο την εταιρεία που έχει πάρει έγκριση», ανέφερε χαρακτηριστικά. Εξήγησε, μάλιστα, ότι τα βήματα που ακολουθεί η ΕΕ είναι σωστά, διότι διαφορετικά θα μπαίναμε σε ένα πλειστηριασμό με τις τιμές εις βάρος των Ευρωπαίων πολιτών και υπενθύμισε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, από την πρώτη φάση της πανδημίας, είχε προτείνει το εμβόλιο να θεωρηθεί δημόσιο αγαθό και να μην μπει σε ένα πλειστηριασμό τιμών.

«Αυτό στην ΕΕ ακολουθήθηκε σε μεγάλο βαθμό και κάποιες μεμονωμένες χώρες εκτός ΕΕ, όπως οι ΗΠΑ ή το Ηνωμένο Βασίλειο, ακολούθησαν μια άλλη λογική. Όμως, δεν έχουμε δει διαφορές. Αν δείτε το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ήταν η πρώτη χώρα που ξεκίνησε ο εμβολιασμός, δεν έχει εμβολιαστεί ακόμη μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Είναι ζήτημα παραγωγής λοιπόν από τις εταιρείες και το κρίσιμο είναι να έχουμε περισσότερα εμβόλια από περισσότερες εταιρείες, ασφαλή και αποτελεσματικά», σημείωσε ο κ. Πέτσας, εκφράζοντας και πάλι την αισιοδοξία του ότι θα έχουμε γρηγορότερα από το αρχικό πλάνο περισσότερα εμβόλια διαθέσιμα, υπό την προϋπόθεση ότι θα προχωρήσει η αδειοδότηση και άλλων εταιρειών.

Τα δύο ορόσημα για τον εμβολιασμό

Ανέφερε, επίσης, ότι υπάρχουν δύο χρονικά ορόσημα για την επιχείρηση «Ελευθερία»: «Το ένα είναι να πάει σωστά η αλυσίδα εμβολιασμού μέσα στον Ιανουάριο, για να δούμε αν δουλεύει σωστά το σύστημα. Από εκεί και μετά, έχει μεγάλη σημασία να φτάσουμε ως τον Ιούνιο, αυξάνοντας συνεχώς τον αριθμό των δόσεων, ώστε να έχουμε πετύχει τον αρχικό μας προγραμματισμό, ο οποίος είναι 25 εκατ. δόσεις ως το τέλος Ιουνίου, δηλαδή να εμβολιάσουμε το σύνολο του πληθυσμού έως τότε, εφόσον το επιθυμεί», είπε.

Σε ό,τι αφορά την προτεραιοποίηση για τους εμβολιασμούς, ξεκαθάρισε ότι το πλάνο θα επικαιροποιείται ανάλογα με το διαθέσιμο αριθμό εμβολίων. Όμως, το σχέδιο προβλέπει ότι θα προηγηθούν οι υγειονομικοί και οι ευπαθείς ομάδες, καθώς και οι ηλικιωμένοι και το ηλικιακό όριο θα πέφτει διαρκώς, ανάλογα με τις δόσεις που θα παραλαμβάνονται. Επίσης, σχετικά με το πιστοποιητικό εμβολιασμού, ο κ. Πέτσας τόνισε ότι θα αποδίδεται μετά τη δεύτερη δόση, θα είναι και στα αγγλικά και θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί παντού, υπενθυμίζοντας τη συζήτηση που γίνεται σε όλο τον κόσμο για το αν με αυτό μπορεί π.χ. κάποιος να ταξιδέψει ελεύθερα. Επίσης, ανέφερε ότι εξαρχής υπήρξε πολύ ικανοποιητική ανταπόκριση για τον εμβολιασμό από το ιατρικό προσωπικό και όχι τόσο πολύ από το υπόλοιπο νοσηλευτικό προσωπικό, αλλά τα ποσοστά συμμετοχής αυξάνονται σταδιακά και σε κάθε περίπτωση ο αριθμός των διαθέσιμων δόσεων του εμβολίου για τον Ιανουάριο θα καλύψει τις ανάγκες. Πρόσθεσε δε ότι το σχέδιο αφορά στον εμβολιασμό του συνόλου του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα.

«Πρόθεση και προτεραιότητα της κυβέρνησης το άνοιγμα των σχολείων»

Για το άνοιγμα των δραστηριοτήτων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έδωσε έμφαση στα σχολεία και τόνισε ότι σήμερα θα ξεκινήσει μια πρώτη συζήτηση με τους ειδικούς και τη συμμετοχή της υπουργού Παιδείας. «Πρόθεση και προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι ν' ανοίξουν τα σχολεία όλων των βαθμίδων. Αν θα είναι όλα μαζί και πότε, εξαρτάται από τους ειδικούς. Θ' ακούσουμε τις δικές τους εκτιμήσεις και θα προχωρήσουμε», ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ τόνισε ιδιαίτερα πως όταν ανοίξουν τα σχολεία θα είναι σημαντικό να περιοριστεί η κινητικότητα και να γίνονται μόνον οι πολύ απαραίτητες μετακινήσεις.

Σε σχέση με τις υπόλοιπες οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες, ο κ. Πέτσας δήλωσε επιφυλακτικός και σε κάθε περίπτωση ανέφερε ότι καθαρή εικόνα θα υπάρχει στις αρχές της επόμενης εβδομάδας, βάσει και των επιδημιολογικών δεδομένων. «Φαίνεται να έχουμε μια πτώση στο ιικό φορτίο σε όλη την επικράτεια, η οποία είναι σταθερή τις τελευταίες εβδομάδες και να υπάρχει μεν μεγάλη αποσυμπίεση στις απλές κλίνες covid, αλλά δεν βλέπουμε το ίδιο στις ΜΕΘ και τους διασωληνωμένους και αυτό είναι κάτι που μας ανησυχεί όλους. Θέλουμε να εξετάσουμε καλύτερα γιατί συμβαίνει αυτό, θα το σταθμίσουν οι ειδικοί και θα κάνουν τις εισηγήσεις τους στις αρχές της άλλης εβδομάδας», ξεκαθάρισε.

Ερωτηθείς για το αν η κυβέρνηση σχεδιάζει να δώσει κάποιο «δώρο» στους υγειονομικούς, ο κ. Πέτσας επισήμανε πως «η κυβέρνηση δεν είχε υποσχεθεί κάτι», καθώς και ότι «στηρίζουμε διαρκώς το προσωπικό και το κάναμε εμπράκτως μέσα στο 2020». Εξήγησε πως αφενός «ένα βασικό στοιχείο που μας έχει φέρει ως εδώ σήμερα είναι ότι διαχειριζόμαστε με σύνεση το ταμείο του κράτους», αφετέρου ότι «υπάρχουν πολλά ζητήματα για το ποιοι είναι στην πρώτη γραμμή» και πως «δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε ρήγμα στο σύστημα υγείας». Και κατέληξε: «Είμαστε εδώ να τα δούμε αυτά τα ζητήματα. Αλλά δεν είχε δοθεί κάποια υπόσχεση. Κι έχει μεγάλη σημασία πώς χορηγούνται τέτοιες ενισχύσεις, για να μη δημιουργούνται ρήγματα. Έχουμε κρατήσει, όμως, αποθέματα για στήριξη και μέσα στο 2021», διαψεύδοντας παράλληλα ότι υπήρξε σκέψη για συμβολική, έστω, περικοπή των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων για ν' αποδοθεί το «δώρο» στους υγειονομικούς.