ΥΓΕΙΑ

Κορονοϊός: Πότε υπάρχει κίνδυνος λανθασμένης διάγνωσης

Η ανίχνευση των κρουσμάτων κορονοϊού δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στα κλασικά συμπτώματα του βήχα, του πυρετού και της ανοσμίας.

Σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης, αν γίνεται μοριακός έλεγχος σε άτομα και με άλλα συμπτώματα εκτός από πυρετό, βήχα και ανοσμία, θα μπορούσαν να ανιχνευθούν περισσότερα κατά ένα τρίτο κρούσματα της νόσου.

Συγκεκριμένα, αν στα συμπτώματα που «χτυπούν καμπανάκι» για COVID-19 προστεθούν η κόπωση, ο πονόλαιμος, ο πονοκέφαλος και η διάρροια και με βάση αυτά τα συμπτώματα διεξάγονται μοριακά τεστ διάγνωσης της νόσου, τότε θα είμαστε πλέον σε θέση να ανιχνεύουμε το 96% των συμπτωματικών ασθενών.

Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερους από 122.000 βρετανούς ενήλικους χρήστες της εφαρμογής ΖΟΕ COVID Symptom Study app, η οποία αποτελεί το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο «εργαλείο» παρακολούθησης της COVID-19 από απλούς πολίτες. Οι χρήστες αυτοί ανέφεραν στην εφαρμογή αν εμφάνιζαν οποιοδήποτε πιθανό σύμπτωμα COVID-19 και 1.202 εξ αυτών δήλωσαν ότι είχαν θετικό μοριακό τεστ μέσα σε μία εβδομάδα από την πρώτη εμφάνιση των συμπτωμάτων τους.

Με βάση την ανάλυση, η διεξαγωγή μοριακού τεστ σε άτομα που παρουσίαζαν μόνο τα τρία θεωρούμενα «κλασικά» συμπτώματα της COVID-19, δηλαδή πυρετό, βήχα και ανοσμία, οδηγούσε σε διάγνωση του 69% των συμπτωματικών ατόμων.

Αν όμως διεξαγόταν μοριακή εξέταση σε άτομα με οποιοδήποτε από τα επτά συμπτώματα-«κλειδιά» της νόσου -βήχας, πυρετός, ανοσμία, κόπωση, πονοκέφαλος, πονόλαιμος, διάρροια- μέσα στις τρεις πρώτες ημέρες από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, τότε το ποσοστό ανίχνευσης των συμπτωματικών ατόμων θα άγγιζε το 96%.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι οι χρήστες της εφαρμογής ανέφεραν συχνότερα μέσα στις τρεις πρώτες ημέρες εμφάνισης συμπτωμάτων τον πονοκέφαλο και τη διάρροια, ενώ ο πυρετός εμφανιζόταν αργότερα, μέσα στις επτά ημέρες από την πρώτη εκδήλωση συμπτωμάτων.

Όπως σημειώνουν, αυτό μαρτυρεί ότι υπάρχει διαφορετικός χρόνος εμφάνισης του κάθε συμπτώματος κατά την εξέλιξη της νόσου. Τα δεδομένα της εφαρμογής δείχνουν ότι το 31% των κρουσμάτων της COVID-19 δεν εμφανίζει κανένα από τα τρία «κλασικά» συμπτώματα κατά τις πρώτες ημέρες της νόσησης, όταν ο ασθενής είναι και πιο μολυσματικός.

Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση «Journal of Infection».

Διαβάστε επίσης:

Κορονοϊός: Ο ρόλος των ασυμπτωματικών στη μετάδοση του ιού

Κορονοϊός: Πότε αποκαθίσταται η αίσθηση της όσφρησης

Κορονοϊός: Το σύμπτωμα που εκδηλώνει το 28% των ηλικιωμένων

© 2014-2024 Onmed.gr - All rights reserved