Μπορεί κάποιος να είναι «υγιής παχουλός»; Το παράδοξο του υπέρβαρου και ο «αναξιόπιστος» ΔΜΣ
Ο Δείκτης Μάζας Σώματος χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες ως το βασικό εργαλείο αξιολόγησης της υγείας που σχετίζεται με το βάρος.
Σύμφωνα με την κλίμακα που χρησιμοποιούν μέχρι σήμερα οι επιστήμονες, η «υγιής» περιοχή βρίσκεται μεταξύ 18,5 και 24,9, ενώ τιμές από 25 και πάνω θεωρούνται υπέρβαρο ή παχυσαρκία.
Νέα μελέτη από τη Δανία, έρχεται «να ταράξει τα νερά», υποστηρίζοντας ότι η εικόνα είναι πιο περίπλοκη και ότι ίσως να υπάρχει χώρος για να μιλάμε πράγματι για το φαινόμενο «fat but fit» (παχύς αλλά σε καλή φυσική κατάσταση).
Η έρευνα, που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη, παρακολούθησε περισσότερους από 85.000 ενήλικες. Οι ερευνητές βρήκαν μια χαρακτηριστική καμπύλη σε σχήμα U όταν συνέδεσαν τον Δείκτη Μάζας Σώματος με τον κίνδυνο θανάτου. Στα άκρα της καμπύλης –δηλαδή τόσο στα πολύ χαμηλά όσο και στα πολύ υψηλά επίπεδα– ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου ήταν μεγαλύτερος.
Ο κίνδυνος του να είναι κάποιος πολύ αδύνατος
Το πιο εντυπωσιακό εύρημα ήταν ο αυξημένος κίνδυνος που συνδέεται με το χαμηλό βάρος.
Συγκεκριμένα, άτομα με Δείκτη Μάζας Σώματος κάτω από 18,5, είχαν σχεδόν τριπλάσια πιθανότητα πρόωρου θανάτου σε σχέση με εκείνους στο βρίσκονταν εντός του εύρους 22,5–24,9. Ακόμη και όσοι βρίσκονταν στο κάτω μέρος του «φυσιολογικού» -από 18,5 έως 19,9- είχαν περίπου διπλάσιο κίνδυνο.
Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι η έλλειψη αποθεμάτων λίπους δυσκολεύει το σώμα να ανταπεξέλθει σε σοβαρές ασθένειες ή θεραπείες.
Σε περιπτώσεις όπως ο καρκίνος ή οι χρόνιες φλεγμονώδεις παθήσεις, οι ασθενείς συχνά χάνουν κιλά λόγω απώλειας όρεξης και μεταβολικών αλλαγών. Ένα άτομο που ξεκινά με ελάχιστα αποθέματα, έχει μικρότερη «αντοχή» για να ανακάμψει.
Το «παράδοξο» του υπέρβαρου
Στον αντίποδα, τα παραπανίσια κιλά δεν φάνηκε να συνεπάγονται πάντα μεγαλύτερο κίνδυνο. Άτομα με BMI μεταξύ 25 και 35 -δηλαδή όσοι κατατάσσονται επισήμως ως υπέρβαροι ή ελαφρώς παχύσαρκοι- δεν εμφάνισαν στατιστικά σημαντική αύξηση στη θνησιμότητα σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Μόνο σε πολύ υψηλά επίπεδα (BMI άνω του 40) ο κίνδυνος διπλασιάστηκε.
Το εύρημα αυτό δεν είναι πρωτόγνωρο. Παρόμοιες μελέτες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, έχουν δείξει ότι ένα «μαξιλαράκι» λίπους μπορεί να είναι προστατευτικό, ιδιαίτερα σε μεγαλύτερες ηλικίες. Η ύπαρξη αποθεμάτων βοηθά τον οργανισμό να ανταπεξέλθει καλύτερα σε λοιμώξεις ή σοβαρές θεραπείες.
Οι αδυναμίες του Δείκτη Μάζας Σώματος
Παρά την απλότητά του, ο Δείκτης Μάζας Σώματος έχει δεχθεί έντονη κριτική. Δημιουργήθηκε πριν από σχεδόν δύο αιώνες με βάση στοιχεία από λευκούς Ευρωπαίους άνδρες και δεν λαμβάνει υπόψη σημαντικούς παράγοντες όπως:
- Τη μυϊκή μάζα και τη φυσική κατάσταση.
- Την κατανομή λίπους στο σώμα (κοιλιακό vs περιφερειακό).
- Τις γενετικές και πολιτισμικές διαφορές μεταξύ πληθυσμών.
- Την ποιότητα της διατροφής και τον τρόπο ζωής.
Ένας αθλητής με μεγάλη μυϊκή ανάπτυξη, μπορεί να θεωρείται «παχύσαρκος» με βάση τον Δείκτη Μάζας Σώματος, ενώ κάποιος με φυσιολογικό ΔΜΣ αλλά υψηλό ποσοστό λίπους στην κοιλιά. μπορεί να διατρέχει σοβαρό κίνδυνο.
Πρέπει να γίνει αναθεώρηση των ορίων;
Οι Δανοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι το ασφαλέστερο εύρος ίσως είναι υψηλότερο από το παραδοσιακό. Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, ένας ΔΜΣ από 22,5 έως και 30 θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τη χαμηλότερη θνησιμότητα.
Η άποψη αυτή ενισχύεται και από τις προόδους της ιατρικής: σήμερα μπορούν να ελέγχονται αποτελεσματικότερα χρόνιες παθήσεις που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως ο διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
Αναγνωρίζουν ωστόσο τα όρια της μελέτης. Πολλοί από τους συμμετέχοντες είχαν ήδη υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις λόγω προβλημάτων υγείας, κάτι που μπορεί να επηρεάζει τα αποτελέσματα.
Το πραγματικό μήνυμα
Το πιο σημαντικό εύρημα της μελέτης είναι ότι η υγεία δεν μπορεί να αποτυπωθεί με έναν απλό αριθμό. Ο ΔΜΣ μπορεί να παραμένει ένα εύκολο και φθηνό εργαλείο, αλλά δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως ο μοναδικός δείκτης. Η φυσική δραστηριότητα, η ισορροπημένη διατροφή, οι εξετάσεις αίματος και η συνολική λειτουργία του οργανισμού έχουν πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα.
Η νέα μελέτη δεν υποστηρίζει ότι «το πάχος είναι καλό» ούτε ότι «οι αδύνατοι κινδυνεύουν».
Μάς υπενθυμίζει ότι η υγεία είναι πολυδιάστατη και δεν μπορεί να κρίνεται με απλουστευτικά κριτήρια.
Το ζητούμενο δεν είναι η προσκόλληση σε ένα νούμερο, αλλά η συνολική ευεξία και η πρόληψη.
Πηγή: Independent