ΦΑΡΜΑΚO

Δύο δόσεις του εμβολίου ενάντια στον HPV προτείνει ο ΠΟΥ

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προτείνει να χορηγούνται δύο δόσεις του εμβολίου που προστατεύει από τον καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και όχι τρεις.

Δύο δόσεις του εμβολίου ενάντια στον HPV προτείνει ο ΠΟΥ

Στόχος της νέας οδηγίας του ΠΟΥ είναι η αποτελεσματικότερη πρόληψη και αντιμετώπιση του καρκίνου του τραχήλου, μία από τις πλέον επικίνδυνες –αλλά εύκολα αποτρέψιμες– μορφές καρκίνου που χτυπούν το γυναικείο φύλο.

Σύμφωνα με το σχετικό δελτίο τύπου του ΠΟΥ, ο καρκίνος του τραχήλου κοστίζει πάνω από 270.000 ζωές σε ετήσια βάση (ποσοστό 85% των θανάτων καταγράφονται σε αναπτυσσόμενες χώρες).

Τα τρία βασικά σημεία της νέας οδηγίας είναι τα εξής:

- Το εμβόλιο θα πρέπει να χορηγείται σε κορίτσια ηλικίας 9 έως 13 ετών, σε δύο δόσεις, ώστε να προληφθεί η λοίμωξη από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV), ο οποίος ευθύνεται για την πλειονότητα των κρουσμάτων καρκίνου του τραχήλου –οι δύο δόσεις αποδεικνύονται εξίσου αποτελεσματικές με τις τρεις δόσεις του εμβολίου και αναμένεται να διευκολύνουν τη διενέργεια των προγραμμάτων ανοσοποίησης αλλά και τη μείωση του κόστους χορήγησης του εμβολίου

- Θα πρέπει να πραγματοποιούνται προληπτικές εξετάσεις για τον HPV, με στόχο την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου

- Θα πρέπει να υπάρχει καλύτερη ενημέρωση και πληροφόρηση σχετικά με τον ιό HPV και τον προληπτικό έλεγχο για τον καρκίνο του τραχήλου, όχι μόνο σε νεαρές κοπέλες άνω των 29 ετών αλλά και σε εφήβους, στους γονείς, τους εκπαιδευτικούς, ανώτατα στελέχη της ηγεσίας αλλά και όλους όσους εργάζονται στο χώρο της Υγείας

Οι δείκτες για τον καρκίνο του τραχήλου έχουν μειωθεί σημαντικά στα περισσότερα ανεπτυγμένα κράτη κατά την τελευταία τριακονταετία, κυρίως λόγω των προληπτικών ελέγχων και των προγραμμάτων έγκαιρης αντιμετώπισης για προκαρκινικές αλλοιώσεις. Ωστόσο, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, οι δείκτες παρουσιάζουν αύξηση ή σταθεροποίηση στον αναπτυσσόμενο κόσμο, συνήθως λόγω της περιορισμένης πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, στην ελλιπή πληροφόρηση και την απουσία προγραμμάτων προληπτικού ελέγχου και θεραπείας.