ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Σε ανάκληση μη ασφαλούς ελαιολάδου προχώρησε ο ΕΦΕΤ

Σε ανάκληση μη ασφαλούς ελαιολάδου προχώρησε ο ΕΦΕΤ στην περιοχή της Μακεδονίας. 

Σε ανάκληση μη ασφαλούς ελαιολάδου προχώρησε ο ΕΦΕΤ

Συγκεκριμένα, ο ΕΦΕΤ και η Περιφερειακή Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας, στο πλαίσιο διερεύνησης καταγγελίας και σε συνεργασία με τη Χημική Υπηρεσία Θεσσαλονίκης (Υποδιεύθυνση Θεσσαλονίκης – Τμήμα Α'), διαπίστωσε ότι το προϊόν το οποίο πωλείται ως «Έχτρα Παρθένο Ελαιόλαδο», με την εμπορική ονομασία «Παραγωγικό», σε πλαστική συσκευασία των 5 λίτρων και ημερομηνία λήξης 31-5-2017, το οποίο διακινείται από την εταιρία – κρεοπωλείο με την επωνυμία «Ρώσιος Δημήτριος», με έδρα την Κρύα Βρύση Πέλλας, βρέθηκε να περιέχει σπορέλαια, τεχνητά κεχρωσμένα με τη χρωστική αννάτο.

Ο ΕΦΕΤ απαίτησε την άμεση ανάκληση / απόσυρση του συνόλου της συγκεκριμένης παρτίδας από το ανωτέρω μη κανονικό – μη ασφαλές προϊόν από την εσωτερική αγορά και ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη οι σχετικοί έλεγχοι.

Καλούνται οι καταναλωτές, που έχουν ήδη προμηθευτεί το ανωτέρω προϊόν, να μην το καταναλώσουν.

Επισημαίνεται για άλλη μια φορά στους καταναλωτές να προσέχουν την ετικέτα του ελαιολάδου που πρόκειται να αγοράσουν όπου, εκτός της ονομασίας πώλησης του προϊόντος και των πληροφοριών για την κατηγορία του ελαιολάδου, πρέπει υποχρεωτικά να αναγράφεται και ο αλφαριθμητικός αριθμός έγκρισης της μορφής EL-40-_ _ _ o οποίος είναι χαρακτηριστικός της μονάδας τυποποίησης να αποφεύγουν την αγορά ελαιολάδου από πλανόδιους και ανώνυμους πωλητές και στην περίπτωση υποψίας λόγω ανεπαρκούς επισήμανσης, δελεαστικής τιμής ή οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του ελαιολάδου να επικοινωνούν με τον ΕΦΕΤ στο 11717.

Οι δε επαγγελματίες του χονδρικού ή λιανικού εμπορίου ελαιολάδου θα πρέπει με προσοχή να επιλέγουν τους προμηθευτές τους, διασφαλίζοντας τα πραγματικά τους στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν την αξιοπιστία τους (διεύθυνση επιχείρησης, εγκαταστάσεις παραγωγής, εγκυρότητα τιμολογίων και άλλων παραστατικών) και τη νομιμότητα της διαδικασίας αγοραπωλησίας. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση μη συμμορφώσεων φέρουν, σύμφωνα με το νόμο, ευθύνη για την οποία μπορεί να τους επιβληθούν διοικητικές κυρώσεις.