ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΥΓΕΙΑΣ

Νοσηλευτές: Καταγγέλλουν τις παράνομες αντικαταστάσεις προϊσταμένων στο ΕΣΥ

Τις αυθαίρετες αντικαταστάσεις προϊσταμένων τμημάτων στο ΕΣΥ, επικρίνει με ανακοίνωσή της η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδας (ΕΝΕ).

Νοσηλευτές: Καταγγέλλουν τις παράνομες αντικαταστάσεις προϊσταμένων στο ΕΣΥ

Στην ανακοίνωσή της η ΕΝΕ αναφέρει τα εξής:

«Προσφάτως και δη μετά την τοποθέτηση νέων διοικητών στα δημόσια νοσοκομεία όλης της χώρας παρατηρείται με μεγάλη συχνότητα το φαινόμενο της αντικατάστασης προϊσταμένων σε πλήθος οργανικών μονάδων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι Νοσηλευτικές Υπηρεσίες.

Διευθυντές, Τομεάρχες και Τμηματάρχες των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών καθαιρούνται με αποφάσεις των διοικητών, χωρίς κάποια προφανή δικαιολογητική βάση, ενώ στην θέση τους τοποθετούνται άλλοι, ο τρόπος επιλογής των οποίων παραμένει εντελώς αδιευκρίνιστος. Με άλλα λόγια οι νέοι διοικητές των νοσοκομείων, ενεργώντας καθ’ υπέρβαση της διακριτικής τους ευχέρειας, αποδίδονται σ’ ένα παιχνίδι σκοπιμοτήτων, που αποβαίνει σε βάρος των εργαζομένων, της μεταξύ τους εργασιακής ειρήνης, της αξιοκρατίας και τελικά της εύρυθμης λειτουργίας των νοσοκομείων.

Πέραν τούτου η συγκεκριμένη πρακτική των νέων διοικητών είναι και παράνομη. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με τις μεταβατικού χαρακτήρα διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 1 εδάφια α΄ και β΄ του Νόμου 4369/2016

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου:

α) Έως την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή ειδικών διατάξεων, καθήκοντα προϊσταμένων εξακολουθούν να ασκούν οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου προϊστάμενοι.

β) Η θητεία των ανωτέρω προϊσταμένων λήγει αυτοδικαίως με την επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Με τις παραπάνω διατάξεις είναι σαφές, ότι ο νομοθέτης επιθυμεί την διατήρηση στις θέσεις τους όλων των εν ενεργεία υπηρετούντων προϊσταμένων, προκειμένου να μην διαταραχθεί η εύρυθμη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών.

Λαμβανομένου, δε, υπόψη, ότι οι διατάξεις του Νόμου 4369/2016 δημοσιεύτηκαν και ετέθησαν σε ισχύ στις 27-02-2016, αυτομάτως γίνεται αντιληπτό, ότι από την ημερομηνία αυτή και εφεξής αποκλείεται η βίαιη διακοπή της άσκησης των καθηκόντων ευθύνης των εν ενεργεία υπηρετούντων προϊσταμένων.

Θα πρέπει, επίσης, να παρατηρηθεί, ότι οι νέοι διοικητές των νοσοκομείων, προκειμένου να αντικαθιστούν κατά το δοκούν τους προϊσταμένους, στηρίζονται και επικαλούνται προεχόντως τις ρυθμίσεις του άρθρου 7 παρ. 8 περίπτωση 14 του Νόμου 3329/2005, σύμφωνα με τις οποίες, «Ο Διοικητής του Νοσοκομείου έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: 1. (...), 14. Αναθέτει προσωρινά καθήκοντα Προϊσταμένου Διεύθυνσης, Υποδιεύθυνσης και Τομέα μέχρι την πλήρωση των θέσεων αυτών (...)». Από την διατύπωση και την γραμματική – τελολογική ερμηνεία της παραπάνω διάταξης ευχερώς συνάγεται, ότι προκειμένου ο διοικητής ενός νοσοκομείου να κάνει χρήση της ως άνω εξαιρετικής αρμοδιότητάς του θα πρέπει, προφανώς, να υπάρχει κενή θέση προϊσταμένου διεύθυνσης, υποδιεύθυνσης και τομέα. Το κενό δύναται να ανακύψει είτε λόγω συστάσεως νέων θέσεων ευθύνης, είτε λόγω απουσίας ή κωλύματος των ήδη υπηρετούντων προϊσταμένων.

Ακριβώς ανάλογο είναι το πνεύμα, το περιεχόμενο και η δικαιολογητική βάση των γενικών διατάξεων του άρθρου 87 παρ. 1 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (Νόμος 3528/2007 όπως ισχύει), σύμφωνα με τις οποίες «Τον προϊστάμενο, που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του (...)». Όπως σαφώς προκύπτει εκ των ανωτέρω, προκειμένου να τίθενται σε εφαρμογή οι διατάξεις περί αναπλήρωσης προϊσταμένων, θα πρέπει αυτοί (οι προϊστάμενοι) είτε να απουσιάζουν, είτε να κωλύονται. Εξ αντιδιαστολής προκύπτει, ότι αν δεν συντρέχει κάποια εκ των ως άνω περιοριστικώς αναφερομένων δύο προϋποθέσεων (απουσία ή κώλυμα), τότε ουδείς λόγος γίνεται περί αναπλήρωσης.

Δυστυχώς, βέβαια, το σύνολο των ως άνω ανυπέρβλητων νομικών επιχειρημάτων ουδόλως φαίνεται να αγγίζουν τους νέους διοικητές των νοσοκομείων, οι οποίοι, αντί να αφιερώνονται ολοκληρωτικά στην επίλυση χρόνιων οργανωτικών και λειτουργικών προβλημάτων, ασχολούνται με υπηρεσιακώς άσκοπες, πλην όμως υποκινούμενες από άγνωστες σκοπιμότητες, μεταβολές στο προσωπικό.

Θα πρέπει, λοιπόν, οι ούτως παρανομούντες διοικητές των νοσοκομείων να γνωρίζουν, ότι οι θιγόμενοι νοσηλευτές, με την πλήρη στήριξη των συλλογικών τους οργάνων, θα κινηθούν δικαστικώς τόσο κατά του κύρους των πράξεων αντικατάστασης προϊσταμένων, όσο και κατά των διοικητών προσωπικά, αναζητώντας βαρύτατες ευθύνες τους, αστικής και ποινικής φύσεως.

Ας αναλογιστούν, λοιπόν, οι κύριοι διοικητές των νοσοκομείων, τί επιπτώσεις μπορεί να επιφέρουν σε προσωπικό, πλέον, επίπεδο, οι παράνομες αποφάσεις που λαμβάνουν, με την χρήσιμη υπενθύμιση, ότι η διαχείριση της εκτελεστικής εξουσίας έχει και τα όριά της, που καθορίζονται από τη νομιμότητα και τα δικαιώματα των διοικουμένων».