ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

Νέα έρευνα για τη σχέση κατάθλιψης και καρδιακής ανεπάρκειας

Τα άτομα που πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια πρέπει να παρακολουθούνται ώστε ο γιατρός να εντοπίζει έγκαιρα τα πρώτα σημάδια κατάθλιψης και να λαμβάνουν την απαραίτητη υποστήριξη εάν χρειαστεί, επισημαίνουν οι επιστήμονες.

Νέα έρευνα για τη σχέση κατάθλιψης και καρδιακής ανεπάρκειας

Σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε σε συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια που έχουν εκδηλώσει κατάθλιψη αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να χάσουν άμεσα τη ζωή τους.

Αν και οι παράγοντες που επηρεάζουν την έκβαση της υγείας, όπως η σοβαρότητα της ασθένειας, είναι αρκετοί, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η διαχείριση της κατάθλιψης κρίνεται καθοριστική.

Η καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να εκδηλωθεί εάν ο καρδιακός μυς γίνει εξαιρετικά άκαμπτος ή αδύναμος, με αποτέλεσμα να μην διοχετεύεται εξίσου αποτελεσματικά αίμα σε ολόκληρο το σώμα. Όσο επιδεινώνεται η κατάσταση, ο ασθενής εκδηλώνει έντονη κόπωση και δύσπνοια.

Στο πλαίσιο της νέας μελέτης, εξετάστηκαν 96 ασθενείς που νοσηλεύονταν με καρδιακή ανεπάρκεια ώστε να διαπιστωθεί εάν έχουν εκδηλώσει σημάδια κατάθλιψης.

Όσοι από τους ασθενείς φάνηκε να πάσχουν από ήπια ή σοβαρή κατάθλιψη ήταν πιο πιθανό να χάσουν τελικά τη ζωή τους εντός ενός περίπου έτους -300 ημερών συγκεκριμένα- από τη στιγμή της αξιολόγησης.

Η σχέση μεταξύ καρδιακής ανεπάρκειας και κατάθλιψης έχει επισημανθεί ξανά στο παρελθόν από άλλους επιστήμονες, οι οποίοι την απέδιδαν στο γεγονός ότι τα άτομα με κατάθλιψη συνήθως πάσχουν από πιο σοβαρές μορφές καρδιακής ανεπάρκειας.

Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα του BBC, οι ερευνητές δεν συμφωνούν πλήρως με την άποψη αυτή, καθώς διαπίστωσαν ότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στους ασθενείς με σοβαρή κατάθλιψη και ασθενείς με πιο ήπια κατάθλιψη. Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι και άλλοι παράγοντες επηρεάζουν την κατάσταση της υγείας των ασθενών. Για παράδειγμα, ορισμένα άτομα με κατάθλιψη δεν κινητοποιούνται ώστε να αναζητήσουν άμεσα ιατρική βοήθεια ή να πάρουν τα φάρμακά τους.

Για τους λόγους αυτούς, οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η παρακολούθηση της ψυχικής υγείας και η παροχή υποστήριξης εάν κριθεί απαραίτητο είναι αναγκαία.