ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Σχιζοφρένεια και χρήση κάνναβης έχουν κοινά γονίδια

Τα γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης σχιζοφρένειας είναι τα ίδια με αυτά που αυξάνουν την πιθανότητα κάποιος να κάνει χρήση κάνναβης, όπως αποκαλύπτει μία νέα βρετανο-αυστραλιανή επιστημονική έρευνα, που δημοσιεύεται στο περιοδικό μοριακής ψυχιατρικής «Molecular Psychiatry».

Σχιζοφρένεια και χρήση κάνναβης έχουν κοινά γονίδια

Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής του King΄s College του Λονδίνου, με επικεφαλής τον Ρόμπερτ Πάουερ, μελέτησαν περίπου 2.100 άτομα, από τα οποία σχεδόν τα μισά είχαν κάνει χρήση κάνναβης σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Για κάθε έναν δημιουργήθηκε ένα «προφίλ γενετικού κινδύνου», ανάλογα με τον αριθμό των σχετικών με τη σχιζοφρένεια γονιδίων, που διέθετε στο DNA του.

Σύμφωνα με τα ευρήματα, υπάρχει κοινό γενετικό υπόβαθρο ανάμεσα στη συγκεκριμένη ψυχική πάθηση και στη συχνή χρήση μαριχουάνας.

«Ξέραμε ότι η χρήση κάνναβης αυξάνει τον κίνδυνο σχιζοφρένειας. Η νέα μελέτη δεν αποκλείει κάτι τέτοιο, δείχνει όμως επίσης ότι μπορεί να ισχύει και το αντίστροφο, δηλαδή μια γενετική προδιάθεση για σχιζοφρένεια να αυξάνει την πιθανότητα κάποιου να γίνει χρήστης κάνναβης», δήλωσε ο Πάουερ.

Η κάνναβη είναι το ευρύτερα χρησιμοποιούμενο ναρκωτικό στον κόσμο και η χρήση της είναι αναλογικά μεγαλύτερη μεταξύ όσων πάσχουν από σχιζοφρένεια σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Η σχιζοφρένεια εμφανίζεται περίπου στο 1% των ανθρώπων και όσοι κάνουν τακτική χρήση κάνναβης, έχουν διπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν την εν λόγω ψυχική νόσο, για την ανάπτυξη της οποίας παίζουν ρόλο διάφοροι παράγοντες.

Προηγούμενες μελέτες είχαν εντοπίσει σχέση ανάμεσα στη χρήση κάνναβης και στη σχιζοφρένεια, αλλά δεν ήταν ξεκάθαρη.

Η νέα μελέτη δείχνει ότι εν μέρει αυτή η σχέση είναι γενετικής φύσης, με συνέπεια οι άνθρωποι που έχουν γενετική προδιάθεση για σχιζοφρένεια, να είναι επίσης πιο πιθανό να γίνουν χρήστες κάνναβης και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι όσοι δεν έχουν τα γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο για σχιζοφρένεια.