Αναψυκτικά: Είναι η «αόρατη» αιτία πίσω από την κατάθλιψη;
Μελέτη σε εκατοντάδες ασθενείς δείχνει ότι η συχνή κατανάλωση αναψυκτικών μπορεί να επιβαρύνει τη διάθεση μέσα από μικροσκοπικές αλλαγές στο έντερό μας.

Τα αναψυκτικά με ανθρακικό έχουν ενοχοποιηθεί για την αύξηση του σωματικού βάρους και την τερηδόνα.
Μια νέα μελέτη από τη Γερμανία, φωτίζει μια ακόμη διάσταση στο ζήτημα: θα μπορούσαν τα δημοφιλή ροφήματα να επηρεάζουν και την ψυχική μας υγεία;
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η κατανάλωση αναψυκτικών μπορεί να συνδέεται με την εμφάνιση ή την επιδείνωση της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής, μιας κατάστασης που χαρακτηρίζεται από παρατεταμένα επεισόδια κακής διάθεσης και απώλειας ενδιαφέροντος.
Η μελέτη εξέτασε τη σχέση μεταξύ κατανάλωσης αναψυκτικών και αλλαγών στο εντερικό μικροβίωμα – τον πληθυσμό μικροοργανισμών (βακτήρια, ιοί, μύκητες) που κατοικούν στο πεπτικό μας σύστημα.
Το μικροβίωμα δεν υποστηρίζει μόνο την πέψη και την απορρόφηση θρεπτικών συστατικών· συμμετέχει και στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού και, όπως δείχνουν νεότερα δεδομένα, στην ψυχική υγεία.
Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε δύο είδη βακτηρίων, Eggerthella και Hungatella, τα οποία προηγούμενες μελέτες είχαν ήδη συνδέσει με την κατάθλιψη. Το πρώτο σχετίζεται με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου και αρθρίτιδα, ενώ το δεύτερο έχει ενοχοποιηθεί για αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου.

Για να διερευνήσουν τη σχέση, ανέλυσαν δείγματα κοπράνων από 405 ασθενείς με διάγνωση κατάθλιψης και 527 υγιή άτομα. Οι συμμετέχοντες κατέγραφαν την καθημερινή κατανάλωση αναψυκτικών και την ψυχική τους διάθεση, ενώ χρησιμοποιήθηκαν ερωτηματολόγια για την ακριβή εκτίμηση της διατροφικής πρόσληψης.
Η υψηλότερη κατανάλωση αναψυκτικών συνδέθηκε με πιο σοβαρά συμπτώματα κατάθλιψης στις γυναίκες, καθώς και με αυξημένα επίπεδα Eggerthella στο έντερο. Παρότι οι άνδρες κατανάλωναν περισσότερα αναψυκτικά, η σύνδεση δεν ήταν στατιστικά σημαντική γι’ αυτούς, γεγονός που οι ερευνητές αποδίδουν στις διαφορές του μικροβιώματος ανά φύλο.
Οι συγγραφείς της μελέτης υποστηρίζουν ότι τα αναψυκτικά συνιστούν έναν «ευρέως διαδεδομένο αλλά πλήρως αποτρέψιμο παράγοντα κινδύνου» και προτείνουν στους επαγγελματίες υγείας να ενθαρρύνουν τη μείωσή τους στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης διατροφής.
Ωστόσο, οι ειδικοί επισημαίνουν και ορισμένους περιορισμούς. Η μελέτη δεν μπορεί να αποδείξει αιτιότητα: δεν είναι ξεκάθαρο αν η κατανάλωση αναψυκτικών προκαλεί αλλαγές στο μικροβίωμα που οδηγούν σε κατάθλιψη ή αν τα άτομα με κατάθλιψη στρέφονται σε αυτά τα ροφήματα για να βελτιώσουν τη διάθεσή τους.
Επιπλέον, η χαμηλότερη εκπαίδευση των ασθενών αποτελεί πιθανό συγχυτικό παράγοντα, ενώ απαιτείται περισσότερη έρευνα για τον ρόλο των ορμονών φύλου.
Η νέα μελέτη ενισχύει τη θεωρία του «άξονα εντέρου-εγκεφάλου», δηλαδή της στενής αλληλεπίδρασης μεταξύ μικροβιώματος και ψυχικής υγείας.
Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι ακόμη και ένα αναψυκτικό την ημέρα μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο γνωστικής έκπτωσης, ενώ οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, όπως η ασπαρτάμη, έχουν συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου και καρδιοπαθειών.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA.