Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης: Ο ρόλος των βακτηρίων του εντέρου
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, γνωστό και ως μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα, χαρακτηρίζεται από επίμονη κόπωση, διαταραχές του ύπνου, πονοκεφάλους και χρόνιο πόνο, συμπτώματα που μπορούν να επιβαρύνουν σημαντικά την καθημερινότητα.

Σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), 836.000 έως 3,3 εκατομμύρια Αμερικανοί μπορεί να πάσχουν από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, προκαλώντας οικονομική επιβάρυνση 51 δισεκατομμυρίων δολαρίων λόγω απώλειας παραγωγικότητας και ιατρικών εξόδων.
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης συνδέεται συχνά με τη μακρά COVID, καθώς και τα δύο μπορεί να ακολουθήσουν μια λοίμωξη. Είναι λοιπόν πιθανό τα νέα ευρήματα, να έχουν σημασία και για τη μακρά COVID .
Νέα έρευνα διαπίστωσε ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να καθοδηγήσει τους γιατρούς σε μια μέθοδο διάγνωσης του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης που εστιάζει στο έντερο.
Η πάθηση φαίνεται να διαταράσσει τις σχέσεις μεταξύ του μικροβιώματος του εντέρου, του ανοσοποιητικού και του μεταβολισμού ενός ατόμου, λένε οι ερευνητές με επικεφαλής την Julia Oh, μικροβιολόγο και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Duke.
Κατά την άποψη της Oh, η σημασία των νέων ευρημάτων υπερβαίνει τη διάγνωση.
«Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε έναν λεπτομερή χάρτη του τρόπου με τον οποίο το ανοσοποιητικό σύστημα αλληλεπιδρά με τα βακτήρια του εντέρου και τις χημικές ουσίες που παράγουν. Συνδέοντας αυτά τα σημεία, μπορούμε να αρχίσουμε να κατανοούμε τι προκαλεί την ασθένεια και να ανοίξουμε τον δρόμο για μια πραγματική ιατρική ακριβείας που μέχρι τώρα ήταν απρόσιτη».
Στη μελέτη συμμετείχαν 153 άτομα με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, ενώ 96 άτομα αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για τέσσερα χρόνια.
Η τρέχουσα μελέτη βασίζεται σε προηγούμενη εργασία που συνδέει το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης με διαταραχές στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν υψηλής τεχνολογίας τεχνητή νοημοσύνη για να αναλύσουν τις σχέσεις μεταξύ του ανοσοποιητικού, των βακτηρίων του εντέρου και των σχετικών μεταβολιτών.

Συνέκριναν αυτές τις σχέσεις μεταξύ εντέρου και ανοσοποιητικού συστήματος με συγκεκριμένα συμπτώματα που είναι κοινά στο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης: διαταραχές ύπνου, πονοκεφάλους, κόπωση και ζάλη, καθώς και άλλα συμπτώματα.
«Συνδυάσαμε τα κλινικά συμπτώματα με τεχνολογίες αιχμής για να προσδιορίσουμε νέους βιοδείκτες του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης. Η σύνδεση των συμπτωμάτων σε αυτό το επίπεδο είναι ζωτικής σημασίας, επειδή το σύνδρομο είναι εξαιρετικά μεταβλητό. Οι ασθενείς εμφανίζουν ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων που διαφέρουν ως προς τη σοβαρότητα και τη διάρκεια, και οι τρέχουσες μέθοδοι δεν μπορούν να αποτυπώσουν πλήρως αυτή την πολυπλοκότητα», εξήγησε η Oh.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ανάλυση της λειτουργίας των ανοσοκυττάρων θα μπορούσε να βοηθήσει στον προσδιορισμό της σοβαρότητας του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης ενός ασθενούς, ενώ το μικροβίωμα βοήθησε στην πρόβλεψη γαστρεντερικών και συναισθηματικών διαταραχών αλλά και διαταραχών του ύπνου.
«Η μελέτη μας πέτυχε ακρίβεια 90% στον εντοπισμό ατόμων με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, κάτι που είναι σημαντικό, επειδή οι γιατροί δεν διαθέτουν επί του παρόντος αξιόπιστους βιοδείκτες για τη διάγνωση», δήλωσαν οι ερευνητές.
Οποιαδήποτε πρόοδος στη διάγνωση του συνδρόμου είναι πολύτιμη, επειδή «ορισμένοι γιατροί αμφιβάλλουν ότι πρόκειται για πραγματική ασθένεια λόγω της απουσίας σαφών εργαστηριακών δεικτών, αποδίδοντάς την μερικές φορές σε ψυχολογικούς παράγοντες», πρόσθεσαν.
Επιπλέον, η έρευνα υποδηλώνει ότι στο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης οι διαταραχές σε σχετιζόμενα βιολογικά δίκτυα «γίνονται πιο βαθιές με την πάροδο του χρόνου. Αυτό δεν σημαίνει ότι το σύνδρομο δεν μπορεί να αναστραφεί, μπορεί όμως αυτό να είναι πιο δύσκολο», εξηγούν.
Η Oh τόνισε ότι οι επιπτώσεις της χρόνιας κόπωσης στον οργανισμό παραμένουν ένας κινούμενος στόχος.
«Το μικροβίωμα είναι δυναμικό. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να είμαστε σε θέση να παρέμβουμε μέσω της διατροφής, του τρόπου ζωής ή στοχευμένων θεραπειών».
«Κοινά χαρακτηριστικά της νόσου εμφανίστηκαν στα λιπαρά οξέα, στους δείκτες του ανοσοποιητικού συστήματος και στους μεταβολίτες. Αυτό μας λέει ότι δεν είναι τυχαίο. Πρόκειται για πραγματική βιολογική δυσλειτουργία», κατέληξε η Oh.
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Medicine.